Βιβλιοκριτική
Βιβλιοκριτική: Ο κυπριακός κοινωνικός σχηματισμός (1191-2004) Από τη συγκρότηση στη διχοτόμηση

Ο κυπριακός κοινωνικός σχηματισμός (1191-2004)
Από τη συγκρότηση στη διχοτόμηση
Σπύρος Σακελλαρόπουλος

Τιμή 48 ευρώ, 832 σελίδες
Εκδόσεις Τόπος, 2017

 

Το βιβλίο του Σπύρου Σακελλαρόπουλου αποτελεί μια καλογραμμένη μελέτη που ξεδιπλώνει μέσα από έναν τεράστιο όγκο στοιχείων την πολυτάραχη ιστορία της Κύπρου.

Η σημασία της γεωγραφικής θέσης της Κύπρου για τις στρατιωτικές και οικονομικές δραστηριότητες στην Ανατολική Μεσόγειο είχε φανεί ήδη από την εποχή της κυριαρχίας των Φράγκων και των Ενετών. Η κατάληψη του νησιού από τους Οθωμανούς το 1570 σηματοδότησε σύμφωνα με τον συγγραφέα το πέρασμα στον ασιατικό τρόπο παραγωγής, στον οποίο η γη ανήκει στο κράτος, το οποίο διαχειρίζεται και το υπερπροϊόν από την παραγωγή των αγροτικών κοινοτήτων. Η κρίση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε ως αποτέλεσμα τη μεταβίβαση του νησιού στους βρετανούς το 1870. Η ελληνοκυπριακή (ε/κ) ηγεσία διχάστηκε ανάμεσα σε εκείνους που ήθελαν να συνεχίσουν την προνομιακή συνεργασία τους με τις αρχές όπως επί οθωμανικής κυριαρχίας και σε όσους επιδίωκαν την Ένωση με την Ελλάδα. Οι παραδοσιακές δυνάμεις ηττήθηκαν και το ίδιο συνέβη αργότερα στην τουρκοκυπριακή (τ/κ) κοινότητα, όταν συγκρούστηκαν οι άμεσα συνδεδεμένοι με τη βρετανική διοίκηση με τους κεμαλικούς. Σε κοινωνικό επίπεδο, εντάθηκε η συσσώρευση κεφαλαίου από τους ε/κ αστούς που είχαν ήδη το οικονομικό προβάδισμα σε σχέση με τους τ/κ, με αποτέλεσμα οι ε/κ έμποροι, βιομήχανοι και εργολάβοι να είναι πολύ περισσότεροι. Αντίθετα, οι εργάτες και οι φτωχοί αγρότες, ανεξάρτητα από το εάν ήταν ε/κ ή τ/κ, ζούσαν σε τρισάθλιες συνθήκες.

Από τους αντιαποικιακούς αγώνες στην ανεξαρτησία

Η αύξηση της φορολογίας έδωσε την αφορμή για την εξέγερση του 1931, που σημαδεύτηκε από επιθέσεις στους αστυνομικούς σταθμούς και το βρετανικό Κυβερνείο. Το ΚΚ Κύπρου, που είχε ιδρυθεί το 1923 πρέσβευε τον κοινό αγώνα ε/κ και τ/κ ενάντια στην αποικιοκρατία με στόχο μια ανεξάρτητη Κύπρο ενταγμένη σε μια σοβιετική σοσιαλιστική Ομοσπονδία. Ο Σακελλαρόπουλος χαρακτηρίζει αυτή τη θέση ως αριστερίστικη και υποστηρίζει ότι το ΚΚΚ έπρεπε να υιοθετήσει το σύνθημα της Ένωσης για να μην αφήσει περιθώρια στην Εκκλησία να μονοπωλήσει το εθνικό ζήτημα, όπως έγινε το 1931.

Παρά την αιματηρή καταστολή της εξέγερσης, από τα τέλη της δεκαετίας του ’30 τα σωματεία («συντεχνίες») μαζικοποιήθηκαν και η επιρροή του ΑΚΕΛ, που διαδέχτηκε το ΚΚΚ, αυξήθηκε ραγδαία. Οι ταξικοί αγώνες κλιμακώθηκαν το 1948, με τις πολυήμερες απεργίες των μεταλλωρύχων, των αμιαντωρύχων και των οικοδόμων. Η Δεξιά απάντησε προβάλλοντας ακόμα πιο έντονα την Ένωση και δυστυχώς η Αριστερά την ακολούθησε. Έτσι, η Εκκλησία με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο οργάνωσε δημοψήφισμα για την Ένωση το 1950, στο οποίο συμμετείχε το ΑΚΕΛ που στήριζε πλέον την Ένωση, και ακολούθησε το 1955 η ΕΟΚΑ με την ηγεσία του ακροδεξιού Γρίβα που ξεκίνησε ένοπλες ενέργειες κατά βρετανικών στόχων. Από το 1957, η ΕΟΚΑ στράφηκε σε δολοφονίες μελών και συνδικαλιστών του ΑΚΕΛ και την ακολούθησε η τουρκική ΤΜΤ. Η προσπάθεια των εθνικιστών να κόψουν τη βασική γέφυρα ταξικής αλληλεγγύης μεταξύ των δύο κοινοτήτων, τα κοινά σωματεία, έμεινε αναπάντητη από την ηγεσία του ΑΚΕΛ, η οποία περιορίστηκε σε εκκλήσεις για αυτοσυγκράτηση.

Η ήττα της Βρετανίας στο Σουέζ και η κρίση της αποικιοκρατίας άλλαξαν τα δεδομένα. Έτσι, η Κύπρος έγινε το 1959 ανεξάρτητη με τις συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου, οι οποίες προέβλεπαν ένα πολύπλοκο σύστημα ισορροπιών μεταξύ ε/κ και τ/κ, κατοχύρωναν τις βρετανικές βάσεις και όριζαν ως εγγυήτριες δυνάμεις τη Βρετανία, την Ελλάδα και την Τουρκία. Από την αρχή, η ε/κ αστική τάξη μεταχειρίστηκε το νέο κράτος ως αποκλειστικά δικό της. Έτσι, ο πρόεδρος Μακάριος παρέκαμψε τις τ/κ αντιδράσεις σε μια σειρά ζητημάτων και κατέθεσε 13 σημεία τροποποίησης του Συντάγματος, τα οποία δεν έγιναν δεκτά από τους τ/κ. Η πολιτική σύγκρουση μετατράπηκε σε στρατιωτική τον Δεκέμβριο του 1963, με πρωταγωνιστές τις παραστρατιωτικές ομάδες του υπουργού Εσωτερικών Π. Γεωρκάτζη και του Ν. Σαμψών που ονομάστηκε ο «χασάπης της Ομορφίτας». Το αποτέλεσμα ήταν οι τ/κ (18% του πληθυσμού) να περιοριστούν σε θύλακες, ενώ νέες συγκρούσεις ξέσπασαν το 1964 αλλά και το 1967 όταν ο Γρίβας έσφαξε μαζικά τ/κ στα χωριά Κοφίνου και Άγιοι Θεόδωροι. Ο Σακελλαρόπουλος υποστηρίζει ότι η δημιουργία των θυλάκων έγινε με πρωτοβουλία των τ/κ για να προωθήσουν τη διχοτόμηση του νησιού, όμως η ίδια η έκταση των θυλάκων (4% του εδάφους) δείχνει ότι ήταν μια αμυντική κίνηση. Την ίδια περίοδο, ο (ελληνο)κυπριακός καπιταλισμός αναπτυσσόταν ως κέντρο συσσώρευσης κεφαλαίου αυτόνομα από την Ελλάδα, με μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που εκμεταλλευόταν τις αντιθέσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων.

Πόλεμος και ανταγωνισμοί

Η πολιτική αυτή έφτασε στα όριά της το 1974. Η χούντα του Ιωαννίδη προχώρησε σε πραξικόπημα στην Κύπρο, ανατρέποντας το Μακάριο (που είχε επανεκλεγεί το 1968 πρόεδρος της Δημοκρατίας με 95% ) και βάζοντας στη θέση του τον Σαμψών. Ωστόσο, η αντίσταση του κυπριακού λαού και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο ανέτρεψαν τα σχέδιά της και η επιστράτευση «της σαγιονάρας» στην Ελλάδα έδωσε τη χαριστική βολή στο καθεστώς. Οι ισχυρισμοί του Σακελλαρόπουλου ότι η ανάληψη της εξουσίας από τον Σαμψών δεν επέφερε αλλαγή στη ζωή των τ/κ και δεν προετοίμαζε την Ένωση με την Ελλάδα ή την αναθεώρηση του Συντάγματος, δεν επιβεβαιώνονται από τα γεγονότα. Ο «χασάπης της Ομορφίτας» το πρώτο πράγμα που έκανε μετά την εισβολή του τουρκικού στρατού ήταν να επιτεθεί στους τ/κ θύλακες. Επίσης, ακόμα και αν εξαιρούσε τους θύλακες από την Ένωση με την Ελλάδα ή παραχωρούσε έδαφος για τουρκικές βάσεις, αυτό θα ήταν μια «διχοτόμηση» βολική για τη χούντα. Όσο για το Σύνταγμα, το πραξικόπημα δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η κατάλυσή του. Ο ίδιος ο Μακάριος, στην ομιλία του στον ΟΗΕ μετά το πραξικόπημα, μίλησε για κατάφωρη παραβίαση της ανεξαρτησίας και της κυριαρχίας της Κύπρου «από ξένη δύναμη», την Ελλάδα, και τόνισε ότι «το πραξικόπημα της ελληνικής χούντας αποτελεί εισβολή» που αφορά εξίσου ε/κ και τ/κ.

Η νίκη της Τουρκίας στον πόλεμο του 1974 δεν ήταν το τέλος της ιστορίας. Οι εργάτες και αγρότες της Κύπρου πλήρωσαν με αίμα και προσφυγιά τους ανταγωνισμούς των κυρίαρχων τάξεων, αλλά οι ε/κ καπιταλιστές κατάφεραν γρήγορα να κάνουν νέα οικονομικά θαύματα ενώ οι «νικητές» τ/κ απομονώθηκαν. Οι ηγεσίες των δύο κοινοτήτων έχουν συμφωνήσει από το 1977 ότι η λύση του Κυπριακού θα έχει ως βάση μια διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία, όμως διαφωνούν στην ενότητα της οικονομικής ζωής και στις αρμοδιότητες της κεντρικής κυβέρνησης. Η στρατηγική της ε/κ αστικής τάξης, όπως σωστά την περιγράφει ο συγγραφέας, είναι η αποδοχή ενός σχεδίου επανένωσης που να της επιτρέπει να κυριαρχήσει στο νέο ομοσπονδιακό κράτος μέσω της οικονομικής της ανωτερότητας. Οποιαδήποτε «λύση» του Κυπριακού σ’ αυτό το πλαίσιο δεν θα φέρει τη συνύπαρξη, αλλά θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ένα νέο γύρο συγκρούσεων. Η Κύπρος θα είναι πραγματικά ειρηνική, μόνο όταν σφυρηλατηθεί η ταξική ενότητα των ε/κ και τ/κ απέναντι στους ιμπεριαλιστές και τους εθνικιστές.

Η μεγάλη πολιτική αδυναμία του βιβλίου του Σακελλαρόπουλου είναι ότι δεν πιστεύει πως η Αριστερά μπορούσε και μπορεί να στηρίξει μια τέτοια προοπτική. Αντίθετα, εκτιμά ότι εξαρχής «το ταξικό εκφραζόταν μέσα από το εθνικό» και άρα η Αριστερά θα έπρεπε να θέσει ως στόχο την Ένωση με την Ελλάδα (και με την ηγεμονία της θα εξασφάλιζε και τα δικαιώματα των τ/κ). Αυτή η άποψη αντιμετωπίζει ουσιαστικά τους τ/κ ως παθητικά ενεργούμενα της Άγκυρας. Δεν είναι τυχαίο ότι στις 800 σελίδες του βιβλίου, οι αναφορές στην τ/κ αριστερά και στην ταξική πάλη στο εσωτερικό των τ/κ είναι ελάχιστες. Η Αριστερά θα πρέπει να παλέψει για το ξεπέρασμα των εθνικών διαχωρισμών με προοπτική το σοσιαλισμό. Σ’ αυτόν τον αγώνα ήταν άλλωστε στρατευμένοι και οι Βάτης, Σκελέας (ιδρυτές του ΚΚΚ) και Καβάζογλου (τ/κ κομμουνιστής που δολοφονήθηκε από την ΤΜΤ), στη μνήμη των οποίων είναι αφιερωμένο το βιβλίο.