Άρθρο
65 χρόνια από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου

Εξώφυλλο του τευχους 80

Ο Λέανδρος Μπόλαρης γράφει για το αιματοβαμμένο τέλος της προηγούμενης μεγάλης κρίσης του καπιταλισμού.

Η 9η Μάη του 1945 είναι η μέρα που και τα τελευταία υπολείμματα του γερμανικού στρατού παραδόθηκαν στους Συμμάχους, από την Κρήτη μέχρι τα νησιά των Στενών της Μάγχης, ενώ ο σοβιετικός στρατός έμπαινε στην Πράγα. Τις προηγούμενες δυο μέρες, οι εκπρόσωποι των υπολειμμάτων του ναζιστικού καθεστώτος και στρατού είχαν υπογράψει την ανευ όρων παράδοσή τους. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος που είχε ξεκινήσει την 3η Σεπτέμβρη 1939 είχε τελειώσει - στην Ευρώπη, γιατί στην Ασία θα συνεχιζόταν για τρεις μήνες. Η Ιαπωνία υπέγραψε την συνθηκολόγησή της στις 15 Αυγούστου, μια βδομάδα μετά την ρίψη των πυρηνικών βομβών στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι και την είσοδο της Ρωσίας στον πόλεμο εναντίον της.

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είναι η μεγαλύτερη σφαγή που έχει γνωρίσει μέχρι τώρα η ανθρωπότητα. Υπολογίζεται ότι 60 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν την ζωή τους, 20 εκατομμύρια στρατιωτικοί και 40 εκατομμύρια άμαχοι. Συνήθως οι αναφορές για την φρίκη αυτού του πολέμου γίνονται για την Ευρώπη. Όμως, ίσως τα πιο μαζικά εγκλήματα έγιναν στην Ασία. Στην Κίνα, η ιαπωνική κατοχή δολοφόνησε 3 με 10 εκατομμύρια ανθρώπους. Στην Ινδία, η αγγλική αποικιοκρατία προκάλεσε προκάλεσε το Λιμό της Βεγγάλης το 1943, περίπου 3 εκατομμύρια πέθαναν.1

Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) είχε κι αυτός εκατομμύρια νεκρούς. Η φρίκη του πολέμου των χαρακωμάτων, όπου σε λίγες ώρες δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι σκοτώνονταν για μερικά μέτρα γης, των επιθέσεων με ασφυξιογόνα αέρια, των πρώτων αεροπορικών βομβαρδισμών και του «εμπάργκο» (του ναυτικού αποκλεισμού), η πείνα στα μετόπισθεν - όλα αυτά ήταν πρωτόγνωρα. Το ίδιο πρωτόγνωρος ήταν κι ο «ολοκληρωτικός» χαρακτήρας του πολέμου: όλη η οικονομία δούλευε για τον πόλεμο, όλη η κοινωνία επιστρατευόταν για τις ανάγκες του.

Ο καπιταλισμός είχε μπει στο ιμπεριαλιστικό στάδιο, τα γιγάντια καπιταλιστικά μονοπώλια είχαν πια δεθεί με το κράτος και οι ανταγωνισμοί είχαν μεταφερθεί από την αρένα του πολέμου του τιμών, στην αρένα των εξοπλισμών και του πολέμου. Επαναστάτες μαρξιστές όπως η Λούξεμπουργκ, ο Μπουχάριν, ο Λένιν, είχαν αναλύσει αυτή τη σχέση ανάμεσα στον καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό και τον μιλιταρισμό.

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε όλα αυτά τα χαρακτηριστικά της βαρβαρότητας του Πρώτου, και μάλιστα σε ακόμα μεγαλύτερη κλίμακα. Το ίδιο ίσχυε και για τον «ολοκληρωτικό» χαρακτήρα του. Η πορεία προς τον πόλεμο κι ο ίδιος ο πόλεμος ήταν το απόγειο της παρέμβασης του κράτους στην καπιταλιστική οικονομία, του κρατικού καπιταλισμού.

Ενα μέτρο για να καταλάβουμε τι σήμαινε αυτό, είναι να δούμε την αμερικάνικη οικονομία. Στην πιο «ελεύθερη» οικονομία του κόσμου, στη διάρκεια του πολέμου το κράτος ήταν υπεύθυνο για το 90% των επενδύσεων. Τις τιμές, και τις ποσότητες των προϊόντων που παράγονταν τις καθόριζαν σχεδιασμένα κοινές επιτροπές κρατικών γραφειοκρατών και εκπροσώπων των μεγάλων μονοπωλίων. Οχι μόνο της πολεμικής βιομηχανίας αλλά και των καταναλωτικών προϊόντων. Η συνολική παραγωγή διπλασιάστηκε ανάμεσα στο 1940 και το 1943, και οι καταναλωτικές δαπάνες ξεπέρασαν αυτές και των προηγούμενων χρόνων. «Η πολεμική οικονομία κατόρθωσε αυτά που δεν είχαν κατορθώσει οχτώ χρόνια New Deal».2

Καπιταλισμός, φασισμός, πόλεμος

Υπήρχαν πολιτικά χαρακτηριστικά που έκαναν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο διαφορετικό. Αυτά μπορούν να συνοψιστούν σε μια λέξη: φασισμός. Η φρίκη του Ολοκαυτώματος των στρατοπέδων εξόντωσης των ναζί - του Αουσβιτς-Μπιρκενάου, του Τσέλμνο, του Μπέλσεν, του Μάιντανεκ, του Σόμπιμπορ, της Τρεμπλίνκα - δεν είχε προηγούμενο, όπως κι η έκταση γενικά των στρατοπέδων συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας. Σ΄ αυτά εξοντώθηκαν περίπου 6 εκατομμύρια Εβραίοι, 2 εκατομμύρια Πολωνοί και 4 εκατομμύρια άλλοι - από σοβιετικούς αιχμαλώτους πολέμου μέχρι ομοφυλόφιλους, και από Ρομά μέχρι ανάπηρους και διανοητικά ασθενείς, γενικά όλους όσους η ναζιστική χολέρα θεωρούσε «ανάξιους» να ζουν.

Περίπου 12 εκατομμύρια άνθρωποι - κυρίως από την ανατολική Ευρώπη - οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής, δουλικής εργασίας. Το 1944, περίπου ? του εργατικού δυναμικού της γερμανικής οικονομίας το αποτελούσαν σκλάβοι εργάτες, που τους έβρισκε κανείς στα εργοστάσια μεγάλων ονομάτων της βιομηχανίας, όπως της Thyssen, της Krupp, της IG Farben.3

Για εκατομμύρια εργάτες σε όλον τον κόσμο, ο πόλεμος ήταν «καλός», γινόταν ενάντια σε αυτή τη φρίκη, ήταν συνέχεια των αγώνων που είχαν δώσει στη δεκαετία του ΄30 ενάντια στον φασισμό. Η συμμετοχή της Σοβιετικής Ενωσης σε αυτόν τον πόλεμο ενίσχυε αυτή την αίσθηση. Για την αριστερά εκείνης της εποχής, ο πόλεμος μπορεί να ξεκίνησε ως ιμπεριαλιστικός, ως η συνέχεια της σύγκρουσης του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά η είσοδος της Ρωσίας, τον Ιούνη του 1941, του άλλαξε τον χαρακτήρα: τον έκανε αντιφασιστικό.

Γι΄ αυτό έχει σημασία να ξεκαθαρίσουμε ότι εκείνος ο πόλεμος, παρά το δικαιολογημένο μίσος για τους ναζί, που άλλωστε ώθησε εκατομμύρια ανθρώπους στα κινήματα Αντίστασης, ήταν άδικος κι ιμπεριαλιστικός από όλες τις μεριές.

Τη δεκαετία του 1930 ο καπιταλισμός γνώρισε τη μεγαλύτερη κρίση του. Η κρίση του καπιταλισμού γέννησε τον φασισμό. Το ναζιστικό κόμμα του Χίτλερ συσπείρωσε εκατομμύρια μικροαστούς εξαγριωμένους από τη κρίση, που υπέσκαπτε το «κύρος» τους στην κοινωνική ιεραρχία. Τον Γενάρη του 1933 η γερμανική άρχουσα τάξη έδωσε το πράσινο φως για να γίνει καγκελάριος ο Χίτλερ. Όσο και να περιφρονούσαν οι τραπεζίτες, βαρόνοι της βιομηχανίας και οι Πρώσοι αριστοκράτες-στρατηγοί τον «Βοημό λοχία» και τους «πληβείους» συνεργάτες του, το πρόγραμμα των ναζί ταίριαζε γάντι με τις απαιτήσεις και τις φιλοδοξίες του γερμανικού ιμπεριαλισμού. Πλήρης συντριβή του εργατικού κινήματος και των κατακτήσεών του ήταν η πρώτη απαίτηση. Και σε αυτό το επίπεδο, καμιά συνηθισμένη δικτατορία δεν μπορούσε να είναι περισσότερο αποτελεσματική από ένα αντεπαναστατικό καθεστώς που είχε τη στήριξη ενός μαζικού κινήματος.

Το ναζιστικό καθεστώς προσπάθησε να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση με εργαλεία που επιστράτευσαν και άλλες άρχουσες τάξεις: τα δημόσια έργα, τον έλεγχο των τιμών. Όταν αυτές οι συνταγές απέτυχαν στα μέσα της δεκαετίας του ΄30, η μόνη διέξοδος ήταν η επέκταση, το μοίρασμα του κόσμου εκ νέου, με τη βία. Τα προγράμματα επανεξοπλισμού απογειώθηκαν, μαζί και τα κέρδη των γερμανικών επιχειρήσεων. Οι υπόλοιπες Μεγάλες Δυνάμεις δεν ήταν διατεθειμένες να μείνουν πίσω σε αυτή τη κούρσα, με αντίστοιχα αποτελέσματα για τις οικονομίες τους.

Η κρίση γέννησε τους πολεμικούς ανταγωνισμούς και αυτοί με τη σειρά τους αποδεικνύονταν ως η «στρατηγική εξόδου» από την κρίση. Οι «χορτάτοι» και οι «πεινασμένοι» ιμπεριαλισμοί, οι κερδισμένοι κι οι χαμένοι του προηγούμενου Παγκοσμίου Πολέμου έμπαιναν σε τροχιά σύγκρουσης. Τον Σεπτέμβρη του 1939 όταν ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία, η Γαλλία κι η Βρετανία του κήρυξαν τον πόλεμο δυο μέρες αργότερα.

Αντιφασιστικός;

Για την Βρετανία, την Γαλλία (και τις ΗΠΑ που μπήκαν στο πόλεμο τον Δεκέμβρη του 1941)4 ήταν προφανώς ένας πόλεμος για να υπερασπίσουν τη θέση τους ως μεγάλες δυνάμεις. Ο «αντιφασισμός» δεν υπήρχε καν στο λεξιλόγιο των κυβερνήσεων και των κυρίαρχων τάξεων. Η περίπτωση της Ελλάδας είναι χαρακτηριστική. Η Βρετανία συμμάχησε με τη δικτατορία του βασιλιά και του Μεταξά που είχε στενούς ιδεολογικούς και οικονομικούς δεσμούς με τα ναζιστικά καθεστώτα. Και μερικά χρόνια μετά, δεν δίστασε να βομβαρδίσει την Αθήνα, που είχε υποφέρει τα πάνδεινα από την ναζιστική Κατοχή, για να εξουδετερώσει το κίνημα της Αντίστασης που είχε δώσει τα πάντα στην πάλη ενάντια στον φασισμό.

Ομως, δεν ήταν η Ελλάδα μια μεμονωμένη περίπτωση - θύμα των παλιομοδίτικων «αυτοκρατορικών» απόψεων του Τσόρτσιλ και της βρετανικής ελίτ. Για τις άρχουσες τάξεις του δυτικού ιμπεριαλισμού, η εξουδετέρωση της απειλής που αντιπροσώπευαν τα κινήματα της Αντίστασης πήγαινε χέρι-χέρι με το αγκάλιασμα των φασιστών και των συνεργατών τους. Στην Ιταλία για παράδειγμα, ο βασιλιάς Βίκτορ-Εμμανουήλ και ο στρατάρχης Μπαντόλιο, έγιναν σε μια δυο μήνες - το καλοκαίρι του 1943 - από κολώνες του φασισμού του Μουσολίνι σύμμαχοι στον «αντιφασιστικό» πόλεμο. Η ιταλική Αντίσταση έδωσε ηρωικές μάχες και τρομερές θυσίες, αλλά και αυτή ασφαλίστηκε και κυνηγήθηκε από τους «αντιφασίστες συμμάχους» μεταπολεμικά.

Οι ΗΠΑ διατηρούσαν και καλές σχέσεις με το καθεστώς του Βισί στην Γαλλία, το καθεστώς των συνεργατών των ναζί με επικεφαλής τον στρατάρχη Πεταίν. Δεν διέκοψαν τις διπλωματικές σχέσεις μέχρι το 1942, και κατόπιν άνοιξαν παρτίδες με μια σειρά στρατηγούς και ναυάρχους που προόριζαν για τοποτηρητές τους στη Γαλλία. Οχι «δεύτερα» ονόματα: ο ναύαρχος Νταρλάν, ουσιαστικά ο επικεφαλής του καθεστώτος του Βισί, βοήθησε τους Αμερικάνους να βάλουν πόδι στη βόρειο Αφρική τον Νοέμβρη του 1942 και αναγνωρίστηκε από τους Συμμάχους «Υπατος Αρμοστής της Γαλλίας για την Βόρειο και Δυτική Αφρική» - το αστείο είναι ότι για κάμποσες μέρες συνέχιζε να είναι τυπικά και υπουργός της κυβέρνησης των δωσιλόγων... Τέτοια παραδείγματα θα μπορούσαν να γεμίσουν σελίδες επί σελίδων.

Ο «αντιφασισμός» της Δύσης δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Τι ίσχυε όμως με την Σοβιετική Ενωση; Στις αρχές της δεκαετίας του ΄30, η γραφειοκρατία με ηγέτη τον Στάλιν έπνιξε στο αίμα και τις τελευταίες κατακτήσεις του Οκτώβρη. Τα πεντάχρονα πλάνα είχαν σκοπό το χτίσιμο μιας πανίσχυρης βιομηχανίας που «θα έφτανε και θα ξεπερνούσε τη Δύση» μέσα σε λίγα χρόνια. Μπορεί να μην την ξεπέρασε, αλλά με κόστος το αίμα και τον ιδρώτα εκατομμυρίων, η άρχουσα τάξη έχτισε την ισχυρή Ρωσία που ήθελε.

Πολιτικά, αυτό σήμαινε απόπειρες από πλευράς του Στάλιν να εξασφαλίσει τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Ρωσίας, με την παλιά τσαρική έννοια. Η άνοδος των ναζί στην εξουσία το 1933 τον έσπρωξε να αναζητήσει συμμαχίες με την Γαλλία (και την Βρετανία) - η ισπανική επανάσταση θυσιάστηκε σε αυτή την επιδίωξη. Μάταια. Οταν η Βρετανία κι η Γαλλία υπέγραψαν την Συμφωνία του Μονάχου (29 Σεπτέμβρη 1938) με την ναζιστική Γερμανία, παραχωρώντας στην ουσια την Τσεχοσλοβακία στον Χίτλερ, η τακτική αυτή του Στάλιν είχε καταρρεύσει κι επίσημα.

Χρειάστηκε ένας χρόνος για να κάνει μια στροφή 180 μοιρών. Στις 24 Αυγούστου του 1939, ο κόσμος έκπληκτος πληροφορήθηκε την υπογραφή του «Συμφώνου Μη Επιθέσεως» ανάμεσα στη ναζιστική Γερμανία και την Ρωσία του Στάλιν. Στην ουσία επρόκειτο για μια συμμαχία. Πρώτο θύμα ήταν η Πολωνία.5 Η Βέρμαχτ εισέβαλε την 1η Σεπτέμβρη από τα δυτικά. Στις 17, ο στρατός του Στάλιν από τα ανατολικά. Η πολωνική άμυνα κατέρρευσε. Στις 21 Σεπτέμβρη στο Λβόφ ένα ακόμα παράξενο θέαμα: κοινή παρέλαση της Βέρμαχτ και του «Κόκκινου» Στρατού...6

Ρώσικα τρένα με σιτάρι και μεταλλεύματα (και κάμποσες φορές με Γερμανούς κομμουνιστές, δωράκι στην Γκεστάπο) διέσχιζαν τα σύνορα προς την Γερμανία ακόμα και στις 21 Ιούνη 1941, όταν ο Χιτλερ εξαπέλυσε την «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα» - την επίθεση ενάντια στην Σοβιετική Ενωση. Η εκτελεση των 20.000 Πολωνών αξιωματικών στα δάση του Κατίν την ανοιξη του 1940 ήταν κομμάτι του επιλόγου αυτής της «φιλικής διευθέτησης», όπως αποκάλεσε το Σύμφωνο ο Γκαίμπελς στο Ημερολόγιό του.

Από τότε οι σταλινικές ηγεσίες προβάλλουν τη δικαιολογία ότι το Σύμφωνο έδωσε χρόνο και χώρο στη ρώσικη ηγεσία να προετοιμάσει την άμυνά της. Αυτή την άποψη υποστηρίζει και σήμερα το ΚΚΕ. Τα ιστορικά γεγονότα διαψεύδουν αυτούς τους ισχυρισμούς. Τις πρώτες μέρες της εισβολής, περισσότερα από 1.200 ρώσικα αεροπλάνα καταστράφηκαν από τη γερμανική αεροπορία στο έδαφος, σε εξήντα έξι αεροδρόμια. Μέσα σε έξι μέρες η Βέρμαχτ είχε φτάσει στις πύλες του Μινσκ, πρωτεύουσας της Λευκορωσίας, 300 χιλιόμετρα από τα σύνορα. Σε εννιά χτυπούσε το Κίεβο, πρωτεύουσα της Ουκρανίας.

Η Ρωσία άντεξε το χτύπημα, παρά τις υποτιμητικές - και ανοιχτά ρατσιστικές - προβλέψεις των Γερμανών στρατηγών (και πολλών Δυτικών) για την «κατωτερότητα των ασιατών υπανθρώπων». Τον Δεκέμβρη 1941, η Βέρμαχτ υπέστη την πρώτη σημαντική ήττα μπροστά στις πύλες της Μόσχας. Στην αντοχή της Ρωσίας συνέβαλαν μια σειρά παράγοντες. Η βαρβαρότητα του «φυλετικού πολέμου» που διεξήγε η Βέρμαχτ και τα SS στην Ανατολή, ήταν από μόνη της μια αιτία που χαλύβδωνε την αντίσταση. Τα προτερήματα της κεντρικά κατευθυνόμενης πολεμικής οικονομίας συνέβαλαν εξίσου αποφασιστικά: 50.000 επιχειρήσεις και εργοστάσια μεταφέρθηκαν στα Ουράλια. Όχι μόνο τέθηκαν ξανά σε λειτουργία αλλά η παραγωγή τους αυξήθηκε.

Για την Βρετανία και τις ΗΠΑ, το «κράτημα» της Ρωσίας είχε κεφαλαιώδη σημασία. Οι τιτανομαχίες στο ανατολικό μέτωπο τους έδιναν τον χρόνο να χτίσουν τις δικές τους πολεμικές μηχανές. Η συντριβή της Ρωσίας, αντίθετα, θα έφερνε το τέλος του πολέμου σε βάρος τους. Εκαναν την ανάγκη φιλοτιμία και έσπευσαν να προσφέρουν συμμαχία και στρατιωτική βοήθεια στον Στάλιν.

Ο Στάλιν χρειαζόταν επειγόντως αυτή τη βοήθεια. Είναι αλήθεια ότι ο ρώσικος στρατός αποδείχτηκε πολύ ανώτερος από τις τότε εκτιμήσεις. Ακόμα και σήμερα μπορεί να διαβάσει κανείς σοβαροφανείς αναλύσεις που αποδίδουν τις νίκες του ρώσικου στρατού στα «ανεξάντλητα» ανθρώπινα αποθέματα που μπορούσε να κινητοποιήσει το «ολοκληρωτικό καθεστώς». Αυτή η άποψη δεν στέκει? από πολλές πλευρές.

Πρώτον, τα «ανθρώπινα αποθέματα» υπήρχαν σε αφθονία κι όταν η Βέρμαχτ προέλαυνε το 1941 και ξανά το 1942. Δεύτερον, δεν ήταν ανεξάντλητα, και αυτό φαινόταν στο τρόπο που οργάνωναν τις επιχειρήσεις τους οι Ρώσοι στρατηγοί: οι επιλογές για συντριπτικά χτυπήματα σε περιορισμένες εκτάσεις του μετώπου για την επίτευξη της βαθύτερης δυνατής διείσδυσης των επίλεκτων δυνάμεων υπάκουαν και σε αυτή την ανάγκη. Τρίτον, όσο περνούσαν οι μήνες το ρώσικο πολεμικό δόγμα επανερχόταν και εμπλούτιζε τις επεξεργασίες του μεσοπολέμου για τη «Βαθιά Επιχείρηση» και «Βαθιά Μάχη» με τεθωρακισμένα. Η Βέρμαχτ οπισθοδρομούσε σε ένα στατικό τρόπο να κάνει πόλεμο κι ο ρώσικος στρατός ανέπτυσε τον πόλεμο των ελιγμών και τη διακλαδικότητα των επιχειρήσεων.

Όμως, παρόλα αυτά, η συμμαχική βοήθεια, κύρια μέσα από τις συμβάσεις Lend & Lease με τις ΗΠΑ, ήταν απαραίτητες για τη ρώσικη πολεμική μηχανή. Όχι μόνο στα αρχικά στάδια του πολέμου αλλά ακόμα και το 1944, όταν οι ρώσικες στρατιές έμπαιναν στην κεντρική Ευρώπη.

Ο ρώσικος στρατός παρέλαβε συνολικά 500.000 αμερικάνικα οχήματα (φορτηγά, τζιπ, αυτοκίνητα) διάφορων τύπων. Ηταν το 1/3 των οχημάτων του ρώσικου στρατού το 1943 και 1944. Επίσης παρέλαβε 35.000 σταθμούς ασυρμάτων, 380.000 τηλέφωνα εκστρατείας, 956.000 μίλια τηλεφωνικών καλωδίων. Αποφασιστική συμβολή στη ρώσικη πολεμική προσπάθεια είχαν τα σιδηροδρομικά υλικά της συμμαχικής βοήθειας. Το 56.5% των σιδηροτροχιών ήρθαν από τις ΗΠΑ, όπως και 1.907 ατμομηχανές και 11.075 βαγόνια. Χωρίς αυτό το υλικό, τα σύγχρονα όπλα και τανκ που παρήγαγαν τα ρώσικα εργοστάσια όπως και οι εφεδρείες δεν θα μπορούσαν να κινηθούν έγκαιρα προς το μέτωπο.7

Οπως επισημαίνουν αναλύσεις για τον πόλεμο, το πιθανότερο είναι ότι ο ρώσικος στρατός θα κατατρόπωνε την Βέρμαχτ και χωρίς αυτή την βοήθεια, αλλά θα του έπαιρνε περίπου 18 μήνες περισσότερο. Πέρα από τις ανθρώπινες εκατόμβες που θα κόστιζε αυτή η παράταση, θα είχε και άλλες συνέπειες. Χωρίς την προέλαση του σοβιετικού στρατού το καλοκαίρι του 1944, και τις προηγούμενες νίκες του, το άνοιγμα του «δεύτερου μετώπου», με την επιτυχημένη απόβαση στην Νορμανδία, θα ήταν πολύ δυσκολότερο έως ακατόρθωτο για τους Αγγλοαμερικάνους. Με την σειρά του, αυτό το γεγονός, θα δημιουργούσε το ενδεχόμενο ο σοβιετικός στρατός να έφτανε μέχρι τις όχθες του Ατλαντικού κυνηγώντας την Βέρμαχτ.8 Οι Δυτικοί Σύμμαχοι είχαν τους δικούς τους λόγους να δώσουν βοήθεια στον Στάλιν.

Ακόμα και το 1945 όταν η Γερμανία παραδόθηκε, η συμμαχία δεν είχε εξαντληθεί. Ο πόλεμος στην Ασία συνεχιζόταν. Ενώ η αμερικάνικη κυβέρνηση επιθυμούσε διακαώς να περιορίσει την επέκταση της ρώσικης επιρροής στην Ευρώπη, θεωρούσε απαραίτητη την είσοδο της Ρωσίας στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας, γιατί εκτιμούσε ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος να ηττηθεί ο πανίσχυρος Ιαπωνικός στρατός κατοχής της Κίνας. Η συμμαχία, λοιπόν, κρατούσε αλλά οι εντάσεις της έρχονταν όλο και περισσότερο στην επιφάνεια.

Από τη Μεγάλη Συμμαχία στον Ψυχρό Πόλεμο

Στις Διασκέψεις των «Τριών Μεγάλων» στην Γιάλτα της Κριμαίας τον Φλεβάρη του 1945 και στο Πότσνταμ της Γερμανίας τον Ιούλη του ίδιου χρόνου, τέθηκαν όλα τα ζητήματα της μεταπολεμικής Ευρώπης. Τέθηκαν αλλά δεν αποφασίστηκαν. Ο ρώσικος στρατός βρισκόταν πλέον στο Βερολίνο και την Βιέννη, κι ο Στάλιν ήταν αποφασισμένος να εδραιώσει τον έλεγχό του στην περιοχή της ανατολικής και κεντρικής Ευρώπης που θα εξασφάλιζε το «μαξιλάρι» απέναντι στους αντιπάλους του. Η Ρωσία ήταν κατεστραμμένη από τον πόλεμο. Εκτός από τα εκατομμύρια νεκρούς, περίπου το 30% του εθνικού πλούτου είχε καταστραφεί. Ομως δεν μπορούσε να μείνει πίσω. Το πρώτο μεταπολεμικό πεντάχρονο πλάνο που ανακοίνωσε ο Στάλιν τον Μάρτη του 1946, προέβλεπε ότι μέχρι το 1950 η σοβιετική οικονομία θα είχε ξεπεράσει κατά 50% το επίπεδο που βρισκόταν το 1940. Ο αμερικάνοι είχαν την ατομική βόμβα, κι η χρησιμοποίησή της ενάντια στην Ιαπωνία ήταν και μια έμμεση απειλητική κίνηση στους συμμάχους τους. Η Ρωσία έπρεπε να σπάσει αυτό το «πυρηνικό μονοπώλιο» και για άλλη μια φορά να φτάσει και να ξεπεράσει τη Δύση σε πολεμικούς εξοπλισμούς.

Από την άλλη, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός έβγαινε με αδιαμφισβήτητη την οικονομική και στρατιωτική πρωτοκαθεδρία του στην Δύση. Από οικονομικής άποψης, η αμερικάνικη οικονομία συγκέντρωνε το 50% της παγκόσμιας παραγωγής. Ηταν μια χώρα που δεν είχε γνωρίσει καμιά από την καταστροφή του πολέμου αλλά, όπως είδαμε παραπάνω, η οικονομία της είχε απογειωθεί. Στρατιωτικά, επίσης, ήταν πανίσχυρη. Και η αμερικάνικη άρχουσα τάξη ήταν αποφασισμένη να διατηρήσει την πρωτιά και σε αυτό τον τομέα. Οι στρατιωτικές δαπάνες μετά τον πόλεμο δεν υποχώρησαν στα προπολεμικά τους επίπεδα. Το 1939 ήταν μόλις 1% του ΑΕΠ. Το 1948 ήταν το 4,8% (στην πραγματικότητα πολύ περισσότερο).

Στις συμφωνίες ανάμεσα στους «Συμμάχους» στη διάρκεια του πολέμου ήταν κι η απόφαση να δημιουργηθεί μια «νέα παγκόσμια αρχιτεκτονική» όπως θα λέγανε σήμερα, ένας διεθνής οργανισμός που θα εξασφάλιζε την ειρηνική επίλυση των διαφορών, την διεθνή ασφάλεια, συνεργασία και ανάπτυξη των χωρών. Ηδη λίγες μέρες πριν παραδοθεί η Γερμανία, η πρώτη σύνοδος του ΟΗΕ πραγματοποιούταν στο Σαν Φρανσίσκο των ΗΠΑ (ο οργανισμός ιδρύθηκε τυπικά τον Οκτώβρη). Το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα δημιουργήθηκαν με τις ίδιες διακηρύξεις.

Στην πραγματικότητα, το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου δεν έφερε την περίοδο της αρμονικής συνεργασίας την οποία υμνούσαν οι κυβερνήσεις των νικητών. Μέσα στο πολύ δυο χρόνια, αυτά τα ωραία λόγια είχαν δώσει την θέση τους στον «Ψυχρό Πόλεμο», τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό των δυο μπλοκ, γύρω από τις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ.

Η μεταπολεμική οικονομική άνθηση του καπιταλισμού, η «χρυσή τριακονταετία» του συστήματος, γεννήθηκε μέσα από το Αουσβιτς και την Χιροσίμα και η κινητήρια δύναμή της ήταν ο πολεμικός ανταγωνισμός που παραλίγο να φέρει την ανθρωπότητα στο πυρηνικό όλεθρο. Αυτό ήταν το τίμημα για την αποτυχία των κινημάτων της Αντίστασης να φέρουν την εργατική τάξη στην εξουσία σε μια σειρά χώρες καθώς ο πόλεμος τελείωνε. Δεν έχουμε κανένα λόγο να νοσταλγούμε εκείνη την περίοδο. Δεν παλεύουμε για να επιστρέψουμε σε κάποιο «ανθρώπινο» καπιταλισμό που δεν υπήρξε ποτέ, παλεύουμε για να να φτάσουν οι σημερινοί αγώνες εκεί που δεν κατάφεραν στη δεκαετία του ΄30 και του ΄40: σε επαναστάσεις που θα γκρεμίσουν τον καπιταλισμό συθέμελα.

1 Το «περίπου» χρησιμοποιείται συνήθως χάρη συντομίας. Ομως, στις περιπτώσεις που αναφέραμε, κανείς δεν είχε κάνει τον κόπο να καταγράψει επακριβώς τους θανάτους των «μελαμψών» και των «κιτρινιάρηδων».

2 Chris Harman, Zombie Capitalism, Bookmarks 2009, σελ. 156-157.

3 Michael Thad Allen, The Business of Genocide, The University of North Carolina Press, 2002.

4 Μετά την ιαπωνική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ στις 6 Δεκέμβρη 1941. Ουσιαστικά, οι ΗΠΑ κρατούσαν όρθια την Βρετανία όλο το 1940 και είχαν αρχίσει να βοηθάνε και την Ρωσία μετά την ναζιστική εισβολή. Οσο για την Ασία, της επίθεσης του Περλ Χάρμπορ είχε προηγηθεί η ανακοίνωση για εμπάργκο σε καύσιμα της Ιαπωνίας, ουσιαστικά μια κήρυξη πολέμου.

5 Ακολουθησαν οι χώρες της Βαλτικής.

6 Το ίδιο το γεγονός είναι αδιαμφισβήτητο παρά τις οργίλες διαψεύσεις του Ριζοσπάστη. Βλέπε: Λέανδρος Μπόλαρης, «Ο Ριζοσπάστης κι η σφαγή στο Κατίν - Τί έγινε στην Πολωνία το 1939;», Εργατική Αλληλεγγύη, Νο 914, http://www.sek-ist.gr/EA/home.php?article_ID=3753.

7 Richard Overy, Russia΄s War, εκδόσεις Penguin.

8 David M. Glantz, Jonathan M. House, When Titans Clashed - How the Red Army Stopped Hitler, University Press of Cansas 1995.