Άρθρο
Η νέα απογείωση των εξοπλισμών

11-12 Ιούλη, Η τελεταία Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους-Λιθουανία

Πριν από κάθε πολεμική ανάφλεξη στον σύγχρονο ιμπεριαλισμό, οι εξοπλισμοί ανεβαίνουν.
Ο Σωτήρης Κοντογιάννης στοιχειοθετεί αυτή την πραγματικότητα διαψεύδοντας τους μύθους των πολεμοκάπηλων.

 

Si vis pacem, para bellum. Αν θέλεις ειρήνη προετοιμάσου για πόλεμο. Το αρχαίο αυτό λατινικό ρητό επαναλαμβάνεται εδώ και αιώνες από αυτοκράτορες, βασιλιάδες, προέδρους και πρωθυπουργούς κάθε φορά που ζητάνε κάποιες νέες θυσίες για την «άμυνα της χώρας». Και είναι πέρα για πέρα ψεύτικο.

Όλοι οι μεγάλοι πόλεμοι της σύγχρονης ιστορίας σημαδεύτηκαν από ένα όργιο εξοπλιστικών και στρατιωτικών δαπανών που προηγήθηκε από την κήρυξη του πολέμου. Και αντίστροφα, όλα σχεδόν τα νέα, ακόμα πιο μεγάλα κάθε φορά, εξοπλιστικά προγράμματα ακολουθήθηκαν από ένα νέο, ακόμα πιο μεγάλο πόλεμο. 

Οι ρίζες του Μεγάλου Πολέμου –όπως ονόμαζαν οι σύγχρονοί του τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο– άρχισαν να φυτρώνουν περίπου δεκαπέντε χρόνια πριν από τον μοιραίο Αύγουστο του 1914, όταν το γερμανικό κοινοβούλιο ενέκρινε το θηριώδες επταετές σχέδιο Τίρπιτζ1 για τη δημιουργία ενός σύγχρονου πολεμικού στόλου που θα μπορούσε να ανταγωνιστεί τον Βρετανικό, τον ισχυρότερο στόλο της εποχής. Το σχέδιο εγκρίθηκε τον Μάρτιο του 1898 με μεγάλη πλειοψηφία παρά τις σφοδρές αντιρρήσεις των Σοσιαλδημοκρατών2 που προειδοποιούσαν ότι αυτή η εξέλιξη θα οδηγούσε σε έναν καταστροφικό πόλεμο με την Βρετανία. Μόνο ένας παράφρων, έλεγε ο Αύγουστος Μπέμπελ, θα μπορούσε να υποστηρίξει ένα τέτοιο σχέδιο.

Μέσα στα επόμενα χρόνια ο εξοπλιστικός πυρετός κατέλαβε ολόκληρη την Ευρώπη. Μέσα στη δεκαετία 1903 – 1913 οι δαπάνες για το Πολεμικό Ναυτικό αυξήθηκαν 38% στη Βρετανία, 41% στη Γαλλία, 105% στη Ρωσία, 131% στη Γερμανία, 246% στην Ιταλία και 270% στην Αυστροουγγαρία.3 Η δικαιολογία παντού ήταν η ίδια: «οι άλλοι» απειλούσαν την ειρήνη. Si vis pacem, para bellum. 

Η ίδια φρενίτιδα κυριάρχησε και στα χρόνια που προηγήθηκαν του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών ήταν ιλιγγιώδης στη Γερμανία του Χίτλερ – όχι μόνο λόγω της κυριαρχίας του Ναζιστικού Κόμματος αλλά και γιατί λόγω της ήττας της στον Α’ Πόλεμο είχε υποχρεωθεί από τους νικητές σε αφοπλισμό και ως εκ τούτου ξεκινούσε από πολύ χαμηλή βάση. Το 1931 οι στρατιωτικές δαπάνες στη Γερμανία ήταν μόλις 610 εκατομμύρια μάρκα. Το 1938 είχαν εκτοξευθεί στα 17 δισεκατομμύρια, 27 φορές πάνω.

Οι στρατιωτικές δαπάνες, όμως, πολλαπλασιάστηκαν και στη Βρετανία –που εξακολουθούσε να είναι η ισχυρότερη αποικιοκρατική χώρα στον κόσμο– παρόλο που δεν είχαν ουσιαστικά ποτέ μειωθεί από το τέλος του Α’ πολέμου. Ο στρατιωτικός προϋπολογισμός του 1938 ήταν τετραπλάσιος από ότι το 1931. Στη Γαλλία αυξήθηκε 2,5 φορές πάνω, στην Ιταλία τριπλασιάστηκε. Στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 50% ενώ στη Ρωσία του Στάλιν κατά 1.300% –από τα 1.790 εκατομμύρια ρούβλια το 1931 στα 23 δισεκατομμύρια ρούβλια το 1938.4

Οι στρατιωτικές και εξοπλιστικές δαπάνες έχουν αρχίσει να απογειώνονται για μια ακόμα φορά και σήμερα. Αυτή τη φορά το «σκιάχτρο» δεν είναι ούτε ο Κάιζερ ούτε ο Χίτλερ: το «σκιάχτρο» είναι η Ρωσία του Πούτιν. 

Τι απέγινε το μέρισμα της ειρήνης

 Το 1991 ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε μια περικοπή κατά 25% του αμερικανικού προϋπολογισμού για την άμυνα. Η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ), είχε πάψει να υπάρχει. Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, το ρωσικό αντίστοιχο του ΝΑΤΟ είχε μόλις διαλυθεί. «Η προοπτική μια Σοβιετικής εισβολής στην Ευρώπη δεν είναι πλέον μια ρεαλιστική απειλή»5 δήλωνε ο Τζορτζ Μπους (ο πρεσβύτερος), ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ για να αιτιολογήσει την δραστική αυτή περικοπή του στρατιωτικού προϋπολογισμού. 

Από το 1948 που άρχισε ο Ψυχρός Πόλεμος ο κόσμος ζούσε κάτω από την διαρκή απειλή ενός νέου φονικού παγκοσμίου πολέμου που θα μπορούσε, χάρη στα «νέα» ατομικά και πυρηνικά όπλα να αφανίσει όχι μόνο την ανθρωπότητα αλλά και κάθε ίχνος ζωής πάνω στον πλανήτη. Το 1991, με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, ο Ψυχρός Πόλεμος έκλεισε οριστικά. Τώρα, διαλαλούσαν εκείνη την εποχή τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, η ειρήνη, η συνεννόηση και η ευημερία θα κυριαρχούσαν πλέον στον πλανήτη. Τώρα, έγραφαν, η ανθρωπότητα θα μπορούσε να εισπράξει το «μέρισμα της ειρήνης» –οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τους πόρους που θα εξοικονομούσαν από τις περικοπές των αμυντικών προϋπολογισμών για να στηρίξουν κοινωνικές προτεραιότητες, κύρια την Υγεία και την Παιδεία ή να μειώσουν τους φόρους.

«Στα τέλη της δεκαετίας του 1980», γράφει η εφημερίδα Financial Times, «οι ΗΠΑ ξόδευαν το 6% του ΑΕΠ για την ‘Άμυνα. Πέρσι ξόδεψαν το 3,5%… Οι χώρες της Ευρώπης μείωσαν τους αμυντικούς τους προϋπολογισμούς ακόμα περισσότερο… Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης ξόδεψε μόλις το 1,3%».6 (Διάγραμμα 1) 

 ∆ιάγραµµα 1. Αµυντικές δαπάνες σαν ποσοστό του ΑΕΠ

 

Το μέγεθος αυτής της μείωσης φαίνεται ακόμα πιο δραματικά αν συγκριθεί με τις κοινωνικές δαπάνες. Το 1970, γράφει η Financial Times, οι ΗΠΑ ξόδευαν σχεδόν τρεις φορές περισσότερα για την άμυνα από ότι για την υγεία. Η Βρετανία 25% περισσότερα. Σήμερα οι αναλογίες αυτές έχουν αντιστραφεί. Και στις δυο αυτές χώρες οι ιατροφαρμακευτικές δαπάνες είναι, όπως φαίνεται στο διάγραμμα που ακολουθεί, τουλάχιστον δυο φορές μεγαλύτερες από τις στρατιωτικές. (Διάγραμμα 2)

Διάγραμμα 2. Αμυντικές δαπάνες ως πολλαπλάσιο των δαπανών για την Υγεία. Η μπλε γραμμή στο κέντρο αντιστοιχεί σε αμυντικές δαπάνες ίσες με τις δαπάνες για την Υγεία.

 

Στην πραγματικότητα όμως αυτά τα νούμερα είναι παραπλανητικά. Οι αμυντικές δαπάνες στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, όπως φαίνεται και από τα ίδια τα διαγράμματα άρχισαν να πέφτουν όχι από το 1991 και τη διάλυση της ΕΣΣΔ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας αλλά από το 1985 –από την εποχή όπου o Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο νέος τότε γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης και ο Ρόναλντ Ρέιγκαν, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ άρχισαν τον γύρο των συνομιλιών για τον αμοιβαίο αφοπλισμό, που θα έφτανε το 1991 (λίγο πριν τη διάλυση της ΕΣΣΔ) στην υπογραφή της διάσημης συμφωνίας START. 

Το πιο σημαντικό, όμως, ήταν ότι αυτή η περίοδος των χαμηλών στρατιωτικών δαπανών κράτησε μόνο για λίγα χρόνια: οι δαπάνες άρχισαν να ανεβαίνουν και πάλι το 2001 με τον «Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας» του προέδρου Μπους (του νεότερου). Τις ίδιες τάσεις ακολουθούν πρακτικά και οι στρατιωτικές δαπάνες στις άλλες δυτικές χώρες – συμμάχους των ΗΠΑ.

«Παρόλο ότι τη δεκαετία του 1990 οι στρατιωτικές δαπάνες έπεσαν τόσο σχετικά (ως προς το ΑΕΠ) όσο και απόλυτα (σε δολάρια, μετά την αφαίρεση του πληθωρισμού) στο μεγαλύτερο τμήμα των δυο επόμενων δεκαετιών δεν υπήρξε κανένα κοινωνικό μέρισμα», γράφει σε μια επιστολή – απάντηση στην αρθρογραφία της εφημερίδας Financial Time ο Ματέο Σμέρλακ, ο Πρόεδρος της Διεθνούς Πρωτοβουλίας για το Μέρισμα Ειρήνης.7 «Το μέρισμα ειρήνης που φαντάστηκε ο πρώην υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Ρόμπερτ Μακναμάρα και άλλοι το 1989 τελείωσε με τους πολέμους των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, όχι με τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία… Χρησιμοποιώντας τα ίδια στοιχεία (με τον αρθρογράφο της Financial Times)… βλέπουμε ότι οι στρατιωτικές δαπάνες στη Δύση διπλασιάστηκαν από το 2000 σε σταθερά αμερικανικά δολάρια. Οι στρατιωτικές δαπάνες σε παγκόσμιο επίπεδο αυξήθηκαν κατά 2,6% το 2020, παρά την ύφεση του Covid-19. Οι δυτικές αμυντικές δαπάνες είχαν ξεπεράσει όλα τα ρεκόρ πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία (οι ΗΠΑ ξόδεψαν 753 δισεκατομμύρια δολάρια το 2021 για την άμυνα)». 

Η ίδια η σύγκριση των αμυντικών δαπανών με τις δαπάνες για την Υγεία είναι επίσης παραπλανητική. Η κατάσταση τη δημόσιας Υγείας έχει επιδεινωθεί δραματικά μέσα στα χρόνια της κυριαρχίας του «νεοφιλελευθερισμού» (από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 μέχρι σήμερα) παντού. Η αύξηση των δαπανών, όπου υπήρξε μια τέτοια αύξηση, ευνόησε μόνο την βιομηχανία των φαρμάκων και τα ιδιωτικά (ή ιδιωτικοποιημένα) νοσοκομεία. Στις ΗΠΑ δημόσιο σύστημα Υγείας πρακτικά δεν υπάρχει. Το αποτέλεσμα είναι να έχει την πιο ακριβή υγεία στον κόσμο: η ετήσια κατά κεφαλή δαπάνη για την υγεία είναι διπλάσια από ότι πχ στην Σουηδία, ενώ το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννα (που αντανακλάει εν μέρει την ποιότητα του συστήματος υγείας) είναι κατά 7 χρόνια μικρότερο.

Όπως φαίνεται από το Διάγραμμα 3 η κατά κεφαλή δημόσια δαπάνη για την Υγεία στις ΗΠΑ ξεπερνάει τις 10 χιλιάδες δολάρια κάθε χρόνο. Το «Μέρισμα της Ειρήνης» δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια ακόμα επιδότηση προς τη βιομηχανία της Υγείας.

Διάγραμμα 3. Δαπάνες για την Υγεία και δημόσια συμμετοχή. Πηγή OΟΣΑ.8

 

Ο πόλεμος στην Ουκρανία

Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι σημείο καμπής στην πορεία των εξοπλισμών και των στρατιωτικών δαπανών. Όχι γιατί αντιστρέφει μια τάση –αυτή έχει αντιστραφεί ήδη από την εποχή του «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας»– αλλά γιατί επιδεινώνει την επικίνδυνη στροφή που εγκαινιάστηκε με τους πολέμους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ πριν από δυο δεκαετίες. Και η επιδείνωση αυτή είναι δραματική. 

Τον Φεβρουάριο του 2022, λίγες ώρες μόνο μετά τη Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο Όλαφ Σολτς, ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος (πρωθυπουργός) της Γερμανίας ανακοίνωσε, σε μια έκτακτη συνεδρίαση του κοινοβουλίου, την απόφασή της κυβέρνησής του να δημιουργήσει ένα ειδικό ταμείο 100 δις Ευρώ για την αναβάθμιση του στρατού. Ο Σολτς δεσμεύτηκε ακόμα να αυξήσει μόνιμα τον στρατιωτικό προϋπολογισμό της Γερμανίας έτσι ώστε να καλύπτει σταθερά το 2% του ΑΕΠ – το κατώτατο όριο που έχει θέσει το ΝΑΤΟ.9

Στη Γαλλία ο νέος αμυντικός προϋπολογισμός που εγκρίθηκε από την εθνοσυνέλευση τον περασμένο Ιούλιο περιλαμβάνει δαπάνες αξίας 413 δις για την εξαετία 2025-2030, μια αύξηση (ονομαστική) πάνω από 40% σε σχέση με την προηγούμενη εξαετία. Το 2030 οι αμυντικές δαπάνες θα φτάσουν τα 68 δις σύμφωνα με το νέο πρόγραμμα, ένα ποσό διπλάσιο από τον πρώτο προϋπολογισμό του Εμμανουέλ Μακρόν του 2018. Ένα μεγάλο μέρος αυτών των χρημάτων θα χρησιμοποιηθεί για την αναβάθμιση του πυρηνικού οπλοστασίου και των αεροπλανοφόρων και υποβρυχίων που τα φέρουν.10 

Η Σουηδία που έχει υποβάλει αίτηση για να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ προτίθεται να δαπανήσει σχεδόν 120 δισεκατομμύρια κορώνες (περίπου 11 δις δολάρια) το 2024 για στρατιωτικές δαπάνες, ένα ποσό σχεδόν 30% πάνω από τον φετινό προϋπολογισμό και σχεδόν διπλάσιο από τα 60 δις κορώνες που ξόδευε πριν από μια πενταετία.11

Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στη Δύση αποδίδουν αυτή την έκρηξη των εξοπλισμών και των αμυντικών δαπανών στην «ξαφνική αφύπνιση» από την επίθεση του Πούτιν στην Ουκρανία. Στην πραγματικότητα, όμως, η επίκληση της «ρωσικής απειλής» δεν είναι παρά μια δικαιολογία για τα δισεκατομμύρια που οι κυβερνήσεις ξοδεύουν ή ετοιμάζονται να ξοδέψουν για τις στρατιωτικές προετοιμασίες. Η νέα απογείωση των αμυντικών δαπανών είχε ξεκινήσει πολύ πριν την ρωσική εισβολή. Το 2021 οι αμυντικές δαπάνες όλων ανεξαιρέτως των χωρών μελών του ΝΑΤΟ ήταν πολύ μεγαλύτερες από το 2014, όπως φαίνεται από το διάγραμμα που ακολουθεί.12 (Διάγραμμα 4)

Διάγραμμα 4. Αμυντικές δαπάνες των χωρών μελών του ΝΑΤΟ. Αριστερά, με γαλάζιο χρώμα φαίνονται οι δαπάνες το 2014 ενώ δεξιά, με σκούρο μπλε φαίνονται οι δαπάνες το 2012.

 

Όπως έχουμε εξηγήσει πολλές φορές από τις στήλες αυτού του περιοδικού, η Ρωσία μπορεί να είναι ο άμεσος υπεύθυνος για τον πόλεμο που έχει ξεσπάσει στην Ουκρανία, δεν είναι όμως και ο μοναδικός υπεύθυνος. Ο πόλεμος δεν είναι παρά το πιο πρόσφατο επεισόδιο στη μακρά πορεία που ξεκίνησε το 1991 με τη διάλυση της ΕΣΣΔ, μια πορεία λεηλασίας της παλιάς Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Η Δύση περικυκλώνει εδώ και δεκαετίες τη Ρωσία με στρατιωτικές βάσεις, αντιαεροπορικούς πυραύλους και πυρηνικές κεφαλές. Η διαμάχη για την Ουκρανία –που μέχρι το 1991 ήταν μια από τις «Σοβιετικές Δημοκρατίες» της ΕΣΣΔ– δεν ξεκίνησε το 2022. Ξεκίνησε το 2008 όταν ο πρόεδρος Μπους (ο νεότερος) δήλωσε ύστερα από μια επίσκεψη στο Κίεβο ότι οι ΗΠΑ «υποστηρίζουν σθεναρά» την ένταξη της Ουκρανίας και της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ – παρά τις ρωσικές αντιρρήσεις.13 

Οι στρατιωτικές βάσεις και οι πύραυλοι Patriot που το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ εγκατέστησαν γύρω από τη Ρωσία κατέληξαν στον πόλεμο αντί να τον αποτρέψουν. Το 2008 ξέσπασε πόλεμος στην Γεωργία. Το 2014 ο Πούτιν απέσπασε, με μια στρατιωτική επιχείρηση, την χερσόνησο της Κριμαίας από την Ουκρανία και την προσάρτησε στη Ρωσία.

Ο νέος γύρος των εξοπλισμών φέρνει ένα ακόμα σκαλοπάτι πιο κοντά την απειλή μια γενικευμένης σύρραξης ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις. Η Ρωσία παραμένει, παρά την ήττα στον Ψυχρό Πόλεμο, η δεύτερη μεγαλύτερη, μετά τις ΗΠΑ, πυρηνική δύναμη στον πλανήτη. Οικονομικά, όμως, δεν είναι πλέον παρά μια περιφερειακή δύναμη. Και αυτό έχει την αντανάκλασή του και στο στρατιωτικό επίπεδο: το 2021, τη χρονιά που ο Πούτιν προετοίμαζε την εισβολή στην Ουκρανία, ο στρατιωτικός προϋπολογισμός της Ρωσίας ήταν 65 δις δολάρια –12 φορές μικρότερος από τον αμυντικό προϋπολογισμό των 800 δις δολαρίων των ΗΠΑ της ίδιας χρονιάς. 

Η Κίνα, αντίθετα, είναι σήμερα πλέον η δεύτερη, μετά τις ΗΠΑ, οικονομική δύναμη στον πλανήτη. Και παρόλο που στρατιωτικά βρίσκεται σήμερα ακόμα πολύ πίσω από τις ΗΠΑ, καλύπτει με μεγάλη ταχύτητα το κενό. Ο αμυντικός προϋπολογισμός της Κίνας πλησίασε τα 300 δις δολάρια το 2021 –και συνεχίζει να ανεβαίνει. Ο πραγματικός στόχος του «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας» του Μπους δεν ήταν ούτε να συλλάβει τον Μπιν Λάντεν, τον αρχηγό της Αλ Κάιντα που θεωρείται υπεύθυνη για το τρομοκρατικό χτύπημα της 11 Σεπτέμβρη του 2001 στις ΗΠΑ, ούτε «να φέρει τη δημοκρατία» στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Ο πραγματικός στόχος ήταν να δείξει στην ανθρωπότητα ότι οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο, ακόμα και τον πόλεμο, προκειμένου να υπερασπιστούν την θέση τους στην παγκόσμια σκηνή – να γίνει και ο 21ος αιώνας όπως και ο 20ος «αμερικανικός». Αυτός ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις «νέες» και τις «παλαιότερες» μεγάλες οικονομικές και στρατιωτικές δυνάμεις του πλανήτη είναι η πραγματική πηγή του νέου αγώνα των εξοπλισμών και όχι η «επιθετικότητα του Πούτιν» ή η «απειλή από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν» όπως γράφουν τα ΜΜΕ.

Ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό;

Το μακρινό 1898 ο Άλφρεντ Τίρπιτζ δημιούργησε έναν τεράστιο προπαγανδιστικό μηχανισμό για να πείσει την κοινή γνώμη για την ανάγκη στήριξης του φιλόδοξου εξοπλιστικού του προγράμματος. Με πρωτοβουλία του Υπουργείου Πολεμικού Ναυτικού δημιουργήθηκε ένα γραφείο Τύπου το οποίο έστελνε ταχτικά στους δημοσιογράφους έτοιμα, ανυπόγραφα άρθρα για να τα δημοσιεύσουν σαν δικά τους, οργανώνονταν εκδηλώσεις με ομιλητές γνωστούς πανεπιστημιακούς που υποστήριζαν δημόσια τα σχέδιά του για τη δημιουργία ενός σύγχρονου πολεμικού στόλου και τα οφέλη που (υποτίθεται) ότι αποκόμιζε ο γερμανικός πληθυσμός από τις αποικίες –το «μέρισμα της αποικιοκρατίας» για να χρησιμοποιήσουμε την σύγχρονη φρασεολογία. Το αποκορύφωμα της προπαγάνδας του Τίρπιτζ ήταν η «Λίγκα για το Ναυτικό», μια λέσχη υποστήριξης της νέας πολεμικής μηχανής που κατάφερε στο ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου να έχει πάνω από ένα εκατομμύριο μέλη.

Σήμερα οι απόγονοι του Τίρπιτζ χρησιμοποιούν κύρια τον φόβο για να κερδίσουν την κοινή γνώμη με την πλευρά τους και να δικαιολογήσουν τις θυσίες που φέρνουν τα νέα τους θηριώδη εξοπλιστικά προγράμματα.

«Δυο ημέρες μετά την επίθεση του Βλαντιμίρ Πουτιν στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022», γράφει η Financial Times, «ο Άλφονς Μάις, ο αρχηγός των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων δήλωσε ότι ‘ο στρατός είναι γυμνός’… Η Αννέτε Λένινγκ-Έμντεν η επικεφαλής της διεύθυνσης που είναι επιφορτισμένη με την ανάλωση των 100 δις για την αναβάθμιση του στρατιωτικού εξοπλισμού, δήλωσε ότι ο στόχος της είναι μια δραματική ‘αλλαγή κουλτούρας’ για την επιτάχυνση των αγορών».14 Οι γερμανικές εφημερίδες είναι γεμάτες από ειδήσεις για την κακή κατάσταση του στρατεύματος, την έλλειψη πυρομαχικών και την γραφειοκρατία που (μαζί με το φιλειρηνικό κίνημα) στέκεται εμπόδιο στην άμυνα του έθνους: «Μια μοίρα ελικοπτέρων χρειάστηκε να περιμένει εννιά χρόνια για να εγκριθεί η προμήθεια ενός νέου κράνους… που βρίσκεται από το 2013 στη αγορά…». Το περιοδικό Der Spiegel δημοσίευσε τον Ιούλη μια «απόρρητη έκθεση» που είχε «διαρρεύσει» από την κυβέρνηση σύμφωνα με το οποίο στις στρατιωτικές αποθήκες «υπήρχαν μόνο 20 χιλιάδες βλήματα 155 χιλιοστών» που θα έφταναν, σε περίπτωση πολέμου, μόλις για τρεις ημέρες. 

Ο Τίρπιτζ κατάφερε το 1898 να πείσει και την κοινή γνώμη και το κοινοβούλιο για το σχέδιό του. Όταν ξέσπασε τελικά ο πόλεμος η Βρετανία απέκλεισε τον γερμανικό στόλο στην Βαλτική – από όπου δεν κατάφερε να ξαναβγεί ποτέ. Το σχέδιο απέτυχε όχι μόνο στο να αποτρέψει τον πόλεμο αλλά και από το να αποτρέψει την ήττα της Γερμανίας σε αυτόν. Αυτός που δικαιώθηκε από την ιστορία ήταν ο Μπέμπελ που αποκαλούσε παράφρονες όσους υποστήριζαν ότι οι εξοπλισμοί θα εξασφάλιζαν την ειρήνη.

Η Ελλάδα του Μητσοτάκη

Η Ελλάδα είναι σύμφωνα με τα στοιχεία του ΝΑΤΟ ο πρωταθλητής του νέου αγώνα των εξοπλισμών. Το 2012 οι στρατιωτικές και εξοπλιστικές δαπάνες έφτασαν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΝΑΤΟ, στο 3,82% του ΑΕΠ. Οι ΗΠΑ βρίσκονται στη δεύτερη θέση στον σχετικό κατάλογο, με 3,52% ένα σκαλοπάτι κάτω από την Ελλάδα.

Η κυβέρνηση του Μητσοτάκη επικαλείται συνεχώς την «απειλή από την Τουρκία» για να δικαιολογήσει αυτό το όργιο των εξοπλιστικών δαπανών σε μια χώρα όπου η κατά κεφαλή ετήσια δαπάνη για την υγεία (3.015 δολάρια το 2022) βρίσκεται σε τριτοκοσμικά επίπεδα και η κρατική συμμετοχή (1.785 δολάρια) σε αυτές δεν καλύπτει ούτε το 60% από αυτές. Στην πραγματικότητα, όμως, πίσω από τη «νέα αγορά του αιώνα» –τις γαλλικές φρεγάτες, τα γαλλικά Ραφάλ και τα αμερικανικά F35– κρύβεται η ελληνική επιθετικότητα, η φιλοδοξία του ελληνικού καπιταλισμού να μετατραπεί στο ισχυρότερο φυλάκιο της δύσης στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής και να έχει λόγο για τις εξελίξεις. Ο ανταγωνισμός με την Τουρκία δεν είναι παρά ένας ανταγωνισμός με μια άλλη χώρα της περιφέρειάς μας με παρόμοιες διεκδικήσεις.

Ο πόλεμος είναι βαθιά χαραγμένος στο DNA του σύγχρονου καπιταλισμού. Οι δυο παγκόσμιοι πόλεμοι, το Βιετνάμ, το Αφγανιστάν, το Ιράκ, η Παλαιστίνη δεν είναι «ατυχήματα της ιστορίας». Είναι τα παραπροϊόντα του ιμπεριαλισμού, του «ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού» όπως τον αποκαλεί στον τίτλο του βιβλίου του, γραμμένο μέσα στη φωτιά του πολέμου και της επανάστασης ο Λένιν. 

Οι φρεγάτες, τα Ραφάλ και τα F35 φέρνουν τον πόλεμο όχι την ειρήνη. Αν δεν τους σταματήσουμε –από το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο ως την Ουκρανία και τη Νότια Σινική θάλασσα– είναι βέβαιο ότι θα ζήσουμε και νέες, ακόμα μεγαλύτερες καταστροφές. 

 

Σημειώσεις

1. Ο ‘Αλφρεντ Τίρπιτζ έγινε Γραμματέας του Πρωσικού Αυτοκρατορικού Γραφείου Πολεμικού Ναυτικού το 1896. Ο αρχικός προϋπολογισμός του προγράμματος ήταν 408 εκατομμύρια μάρκα, ένα τεράστιο ποσό για την εποχή, το οποίο όμως αναθεωρήθηκε προς τα πάνω πολλές φορές μέσα στα επόμενα χρόνια. Ο Κάιζερ τίμησε τον Τίρπιτζ με τον τίτλο ευγενείας «φον» μπροστά από το όνομά του ενώ οι ναζί έδωσαν τιμητικά το όνομά του σε ένα από τα μεγαλύτερα πολεμικά τους σκάφη (ο ίδιος ο Τίρπιτζ είχε πεθάνει το 1930, πριν την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία).

2. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας (SPD) ήταν την εποχή εκείνη το μεγαλύτερο και ισχυρότερο κόμμα τη αριστεράς στον κόσμο. Ανάμεσα στους ιδρυτές του ήταν και ο Φρίντριχ Ένγκελς. Το όνομα «σοσιαλδημοκρατία» δεν είχε την εποχή εκείνη σχέση με αυτό που σημαίνει σήμερα. Τα περισσότερα επαναστατικά κόμματα της εποχής, συμπεριλαμβανομένων των Μπολσεβίκων, ονομάζονταν τότε σοσιαλδημοκρατικά.

3. https://encyclopedia.1914-1918-online.net/

4. https://www.cambridge.org/core/books/fighting-the-peoples-war/interwar/3B841CF0080B55488E25048CAF670A15

5. https://www.ft.com/content/689fcff0-ada2-47d2-a576-882cd1af33b4

6. Στο ίδιο

7. https://www.ft.com/content/82656deb-ea09-4628-9f31-e0a9826a6a91. Η Διεθνής Πρωτοβουλία για το Μέρισμα Ειρήνης είναι μια πρωτοβουλία που απευθύνει μια «απλή πρόταση προς την ανθρωπότητα: τη μείωση των στρατιωτικών κατά 2% το χρόνο σε όλες τις χώρες». Την έκκληση έχουν υπογράψει πάνω από 50 νομπελίστες, περισσότεροι από 60 χιλιάδες απλοί άνθρωποι και πάνω από 10 οργανώσεις ειρήνης. Ο Ματέο Σμέρλακ, ο πρόεδρος της πρωτοβουλίας είναι επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας για τα μαθηματικά στο ινστιτούτο Max Plank.

8. https://data.oecd.org/healthres/health-spending.htm

9. https://www.dw.com/en/germany-commits-100-billion-to-defense-spending/a-60933724

10. https://www.ft.com/content/9d72e855-3a60-4efc-95f6-c3132e76a6f8

11. https://www.ft.com/content/d1afa268-a59b-4299-9b27-b8d716819417

12. https://www.nato.int/nato_static_fl2014/assets/pdf/2021/6/pdf/210611-pr-2021-094-en.pdf

13. https://www.theguardian.com/world/2008/apr/01/nato.georgia

14. https://www.ft.com/content/82db7d15-e5b6-4d33-99a1-25cbf0e8dfe6