Πείνα για τους πολλούς και καταστροφή του περιβάλλοντος φέρνει ο έλεγχος της παραγωγής και εμπορίας τροφίμων από λίγες πολυεθνικές.
Ο Γιώργος Ράγκος δίνει την εικόνα με πλήθος στοιχεία και προτείνει μαρξιστικές εναλλακτικές λύσεις.
Το σκάνδαλο στον ΟΠΕΚΕΠΕ, εκτός των άλλων, επανάφερε τη συζήτηση για την «αγροτοκτηνοτροφική παραγωγή» την ίδια στιγμή που οι τιμές των νωπών και συσκευασμένων τροφίμων είναι σε ιστορικό υψηλό.
Ενώ η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων είναι υπερδιπλάσια των παγκόσμιων διατροφικών αναγκών (7.000 θερμίδες ανά άτομο ανά ημέρα αντί για 3.000) σχεδόν 1 δις είναι υποσιτισμένοι, 2,3 δις αντιμετωπίζουν μέτρια ή σοβαρή επισιτιστική ανασφάλεια. Το 2021, κάθε λεπτό πέθαιναν από την πείνα 11 άνθρωποι (7 ήταν οι θάνατοι από τον κορονοϊό). Ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των παραγωγών (αγρότες και κτηνοτρόφοι) ζουν στα όρια ή/και κάτω από τα όρια της φτώχειας, δισεκατομμύρια κέρδη συγκεντρώνονται σε μια χούφτα πολυεθνικών του «αγροτοδιατροφικού» τομέα, όπου οι 10 μεγαλύτερες συγκεντρώνουν πλούτο όσο 3,1 δις άνθρωποι.1
Όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν μία «φυσική επιλογή» ή το αποτέλεσμα της «προσφοράς και ζήτησης» ή, πολύ περισσότερο, «ατομικών καταναλωτικών επιλογών» αλλά συνδέονται, άμεσα, με τον τρόπο που ο καπιταλισμός οργανώνει την «παραγωγή τροφίμων» με στόχο όχι να ταΐσει τον κόσμο ή να προσφέρει υγιεινές διατροφικές επιλογές αλλά το κέρδος.
Αν πεινάς και υπάρχει τροφή στα ράφια του σούπερ μάρκετ, αν δεν έχεις χρήματα να την αγοράσεις θα συνεχίσεις να πεινάς. Εκατομμύρια τόνοι τροφίμων καταστρέφονται κάθε χρόνο επειδή δεν μπορούν να πωληθούν κερδοφόρα. Τα σουπερμάρκετ μόνο στη Βρετανία πετάνε κάθε χρόνο τρόφιμα που ισοδυναμούν με 190 εκατομμύρια γεύματα.
Η τροφική ανασφάλεια δεν περιορίζεται στις φτωχές και υπανάπτυκτες χώρες. Στη Δύση, 1 στα 8 νοικοκυριά αντιμετωπίζουν «επισιτιστική ανασφάλεια», δεν έχουν, δηλαδή, εγγυημένη πρόσβαση σε επαρκή, θρεπτική τροφή. Αυτή η «επισιτιστική ανασφάλεια» συνοδεύεται από κακή διατροφή γιατί αναγκάζονται να καταναλώνουν φθηνά, επεξεργασμένα τρόφιμα πλούσια σε θερμίδες αλλά φτωχά σε θρεπτικά συστατικά, κάτι που σημαίνει αυξημένα ποσοστά παχυσαρκίας, διαβήτη και καρδιακών παθήσεων.
Οι πολυεθνικές καθορίζουν το σύστημα παραγωγής…
Αυτό κυριαρχείται από τρεις αλληλένδετους άξονες: την προστασία των συμφερόντων και των αγορών των πολυεθνικών στον ανεπτυγμένο κόσμο, την εξασφάλιση πρόσβασης σε ωμά, μη επεξεργασμένα τρόφιμα από αναπτυσσόμενες χώρες και την εξασφάλιση πρόσβασης στις αγορές των αναπτυσσόμενων χωρών για εξαγωγές επεξεργασμένων προϊόντων από τον ανεπτυγμένο κόσμο. Έτσι, δημιουργούν ένα αδιαφανές κερδοσκοπικό ολιγοπώλιο που ρυθμίζει τις πολιτικές στο διεθνές εμπόριο των πρώτων υλών (πχ σιτάρι, καλαμπόκι), των νωπών και των συσκευασμένων τροφίμων.
Οι δέκα μεγαλύτερες πολυεθνικές αποτελούν το 10% της παγκόσμιας οικονομίας και ελέγχουν σχεδόν όλα τα μεγάλα διατροφικά εμπορικά σήματα, τις μάρκες των προϊόντων που πουλάνε τα σουπερμάρκετ.2
Τρεις (Bayer-Monsanto, Dupont-Dow και Chem China-Syngenta), που δημιουργήθηκαν μετά από συγχωνεύσεις, ελέγχουν το 60% του εμπορίου σπόρων, λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, τέσσερις (Tyson Foods, Smithfild, JBS και Cargill) ελέγχουν την επεξεργασία του 80% του βοδινού και το 60% του χοιρινού κρέατος των ΗΠΑ, τρεις (Barry Callebaut, Cargill, και Olam) ελέγχουν το 60% της διεθνούς αγοράς επεξεργασίας κακάο, οι «τέσσερις μεγάλες αδελφές» της αγοράς σιτηρών (Archer-Daniels-Midland Company, Bunge, Cargill και Louis Dreyfus) ελέγχουν το 70-90% του παγκόσμιου εμπορίου σιτηρών.3 Πέντε εταιρείες λιανικής τροφίμων (Walmart, Kroger, Costco, Whole Foods Market και Albertsons) ελέγχουν το 75% της αγοράς των ΗΠΑ.
Στην Ελλάδα, τέσσερις (Σκλαβενίτης, ΜΕΤΡΟ, ΑΒ, Μασούτης) εταιρείες λιανικής ελέγχουν το 73% της αγοράς, ενώ η βιομηχανία τροφίμων είναι πρώτη στο κλάδο της Μεταποίησης με το 28,1% των επιχειρήσεων, το 24,4% της αξίας παραγωγής και το 37,3% του εργατικού δυναμικού.
Χαρακτηριστικό των πολυεθνικών τροφίμων είναι ότι έχουν μετατραπεί σε ιδιοκτήτες ή/και διαχειριστές όλης της αλυσίδας «γεωργικής αξίας»: ιδιοκτησία γης, συμβόλαια με μεγαλοαγρότες – φάρμες, εισροές στην παραγωγή, παροχή συμβουλών και ασφάλιση, συμβάσεις μελλοντικής εκπλήρωσης, αγορά, αποθήκευση, επεξεργασία και λιανικό εμπόριο, κατασκευή και συντήρηση υποδομών αποθήκευσης και μεταφοράς. «Από το αγρόκτημα ως το πιρούνι», όπως διαφημίζει την παρουσία της σε αυτή την αλυσίδα η Louis Dreyfus. Πρόκειται για τεράστια συγκέντρωση δύναμης που επιβάλλει τους νόμους και τους κανόνες στην αγροτικοκτηνοτροφική παραγωγή και τη διατροφή.
…και τις τιμές των τροφίμων
Οι τιμές των τροφίμων στη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού εκτοξεύτηκαν κατά 40%. Ένα δεύτερο κύμα αυξήσεων ήρθε μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων (FAO) υπολόγισε αύξηση σε 28,1% μόνο για το 2021. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι κάθε αύξηση των τιμών των τροφίμων κατά 1% ωθεί στην ακραία φτώχεια περισσότερα από 10 εκατομμύρια ανθρώπους.
Η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία υποστηρίζει ότι οι τιμές (και) των τροφίμων καθορίζονται από την αλληλεπίδραση της ζήτησης και της προσφοράς. Άρα, υπάρχει έλλειψη τροφίμων; Το αντίθετο. Για παράδειγμα, η παγκόσμια παραγωγή σιτηρών αυξήθηκε σταθερά την τελευταία 20ετία. Παρά την πανδημία, την κλιματική αλλαγή και τον πόλεμο στην Ουκρανία, τα παγκόσμια αποθέματα σιτηρών είναι σήμερα 35% υψηλότερα από τις ποσότητες που απαιτούνται για τη σίτιση όλου του πληθυσμού του πλανήτη. Υπεύθυνη για την άνοδο των τιμών είναι η κυριαρχία των πολυεθνικών και η κερδοσκοπία.
Η κυριαρχία των πολυεθνικών σημαίνει ότι και οι αγρότες έχουν ελάχιστες επιλογές σχετικά με το σε ποιον πωλούν τα προϊόντα τους και άρα χαμηλές τιμές πώλησης ενώ αυτά καταλήγουν σε όλο και υψηλότερες τιμές στη κατανάλωση. Για παράδειγμα, φέτος, οι αγρότες πωλούν τα πορτοκάλια τους με τιμή περίπου 0,40 ευρώ το κιλό και κερδίζουν 0,15 ευρώ, καθώς τα υπόλοιπα είναι κόστος παραγωγής και συγκομιδής. Το κέρδος των χονδρεμπόρων είναι στα 0,35 ευρώ, ενώ για τα σούπερ μάρκετ το κέρδος φτάνει τα 0,46 ευρώ. Έτσι, η τιμή στο χωράφι ξεκινάει από 0,4 ευρώ και γίνεται στο ράφι 1,4 ευρώ. Αυξημένη, δηλαδή, κατά 250%. Μην ξεχνάμε ότι ακόμα και τα περίφημα «food pass» του Μητσοτάκη ήταν έμμεση χρηματοδότηση για να κρατάνε ψηλά τιμές και να αυγατίζουν τα κέρδη τους όλο το «κύκλωμα» της τυποποίησης και εμπορίας των τροφίμων.
Το χρηματιστήριο Euronext του Παρισιού, αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά προθεσμιακών συμβολαίων σιτηρών της Ευρώπης. Οι εκεί τιμές των συμβολαίων αποτελούν σημείο αναφοράς για τις τιμές που θα πληρώσουμε για το ψωμί που θα αγοράσουμε από το φούρνο της γειτονιάς μας.
Επενδυτικά κεφάλαια, funds, επενδυτικές τράπεζες και άλλα «ευαγή ιδρύματα» του χρηματοπιστωτικού τομέα μπούκαραν μαζικά την τελευταία τετραετία στη συγκεκριμένη αγορά τετραπλασιάζοντας τις θέσεις τους στα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης σιταριού, αλευροποιίας και άλλων τροφίμων με σκοπό να κατευθύνουν τις τιμές των συμβολαίων εκεί που θέλουν. Αυτή ήταν η βασική αιτία της εκτόξευσης της τιμής του σιταριού κατά 38% σε διάστημα μόλις δύο εβδομάδων από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.4
Το ίδιο κερδοσκοπικά λειτουργεί και το ολιγοπώλιο των πολυεθνικών. Η πανδημία, ο πόλεμος, οι κλιματικές καταστροφές ήταν ευκαιρίες για να αυξήσουν τις τιμές και να αυγατίσουν τα κέρδη τους. Το 2021 ήταν η πιο κερδοφόρα χρονιά για τις μεγάλες επιχειρήσεις στις ΗΠΑ από το 1950. Τα προ φόρων κέρδη τους αυξήθηκαν κατά 35%. Πάνω από το 53% της ανόδου των τιμών των τροφίμων ήταν απόρροια της μεγάλης ανόδου των περιθωρίων κέρδους των πολυεθνικών. Αντίθετα οι αυξήσεις των μισθών ήταν υπεύθυνες μόλις για το 8% της ανόδου των τιμών. 5
Η γεωργία και η κτηνοτροφία καθορίζεται από τα συμφέροντα και τα κέρδη
Αυτό σημαίνει συγκέντρωση της ιδιοκτησίας γης σε «λίγους και μεγάλους» (το 1% των αγροτικών επιχειρήσεων ελέγχει παγκοσμίως το 70% των καλλιεργούμενων εκτάσεων), μαζικό ξεκλήρισμα της φτωχής αγροτιάς, «τιμές πείνας» στους παραγωγούς, «βιομηχανοποίηση» της γεωργίας και κτηνοτροφίας, εξάρτηση από τις πολυεθνικές, τεράστια οικολογική καταστροφή, κακή ποιότητα της διατροφής, αρρώστιες και πανδημίες, υποταγή της έρευνας και της τεχνολογίας, ειδικά της βιοτεχνολογίας, στις ανάγκες του κέρδους των πολυεθνικών.
Στην ΕΕ, το 20% των μεγαλοαγροτών κατέχει το 90% της γης και εισπράττει το 80% των επιδοτήσεων. Στην Ελλάδα, το 20% των μεγαλοαγροτών εισπράττει το 70% των επιδοτήσεων ενώ το ποσοστό των αγροτών στο σύνολο του Οικονομικά Ενεργού Πληθυσμού, έχει μειωθεί από 25%, το 1981, στο 8% το 2022.
Στον «αναπτυσσόμενο» κόσμο, από την «Πράσινη Επανάσταση» (δεκαετίες του 1960 και 70) μέχρι τη Γενική Συμφωνία Εμπορίου και Δασμών (GATT) και τα «Προγράμματα Διαρθρωτικής Προσαρμογής (ΠΔΠ)» της Παγκόσμιας Τράπεζας (ΠΤ) και του ΔΝΤ (τις δεκαετίες του 1980 και 90), μειώθηκε συστηματικά ο ρόλος του κράτους στη γεωργία και προωθήθηκε η παραγωγή τροφίμων για το εμπόριο: «η ιδέα ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες πρέπει να τρέφονται μόνες τους είναι ένας αναχρονισμός από μια περασμένη εποχή. Θα μπορούσαν να διασφαλίσουν καλύτερα την επισιτιστική τους ασφάλεια βασιζόμενες στα αμερικανικά γεωργικά προϊόντα, τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις είναι διαθέσιμα σε χαμηλότερο κόστος».6
Αυτές οι πολιτικές αποδεκάτισαν την μικρή, παραδοσιακή γεωργία. Οι συνέπειες ήταν τρομερές, με τον αγροτικό πληθυσμό να εκτοπίζεται, να οδηγείται στην ανεργία ή την υποαπασχόληση ή να αναγκάζεται να αναζητήσει εργασία στις πόλεις.
Ακόμη και η Παγκόσμια Τράπεζα αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι το αποτέλεσμα των ΠΔΠ ήταν μια καταστροφή. Στην Έκθεση για την Παγκόσμια Ανάπτυξη του 2008, αναγνώρισε: «Η διαρθρωτική προσαρμογή της δεκαετίας του 1980 διέλυσε το περίπλοκο σύστημα δημόσιων φορέων που παρείχαν στους αγρότες πρόσβαση σε γη, πίστωση, ασφάλιση, εισροές και συνεταιριστικές οργανώσεις. Η προσδοκία ήταν ότι η κατάργηση του κράτους θα απελευθέρωνε την αγορά για ιδιωτικούς φορείς που θα αναλάμβαναν αυτές τις λειτουργίες... Οι ατελείς αγορές και τα θεσμικά κενά επιβάλλουν τεράστιο κόστος σε απώλεια ανάπτυξης και απώλειες ευημερίας για τους μικροκαλλιεργητές, απειλώντας την ανταγωνιστικότητά τους και, σε πολλές περιπτώσεις, την επιβίωσή τους».7 Στην Ινδία έχουν καταγραφεί 300.000 αυτοκτονίες αγροτών από το 1995 έως το 2022.
Η σύγχρονη γεωργία και κτηνοτροφία είναι καταστροφική για το περιβάλλον και την υγεία μας
Χαρακτηρίζεται από μονοκαλλιέργειες γιατί αυτό επιτρέπει τη μαζική τυποποίηση, επεξεργασία, μεταφορά και πώληση μειώνοντας, έτσι, το κόστος για κάθε τόνο τροφής που παράγεται. Όμως, η πρακτική της μονοκαλλιέργειας εξαντλεί τα θρεπτικά συστατικά του εδάφους, οδηγεί στη διάβρωση του εδάφους και εξαντλεί τους υδάτινους πόρους. Πάνω από 75 δις τόνοι εύφορου εδάφους χάνονται κάθε χρόνο λόγω ερημοποίησης, διάβρωσης και υποβάθμισης. Η γεωργία χρησιμοποιεί το 70% του γλυκού νερού του πλανήτη (1 εκτάριο ρυζιού «υψηλής απόδοσης» χρειάζεται περίπου 11 εκατομμύρια λίτρα για την παραγωγή 7 τόνων ρυζιού) και προκαλεί ρύπανση ποταμών, λιμνών και θάλασσας.
Η υπερβολική χρήση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων οδηγεί σε εξαφάνιση ειδών ζώων και φυτών και συμβάλλει στην κρίση βιοποικιλότητας. Στατιστικά στοιχεία και και μελέτες, όπως ο Δείκτης Ζωντανού Πλανήτη, δείχνουν μείωση 60% στην παγκόσμια βιοποικιλότητα από τη δεκαετία του 1970. Πάνω από το 40% των ειδών εντόμων μειώνονται, ενώ το ένα τρίτο απειλείται, άμεσα, με εξαφάνιση. Τα έντομα είναι απαραίτητα για τη λειτουργία όλων των οικοσυστημάτων ως τροφή για άλλα ζώα, επικονιαστές και ανακυκλωτές θρεπτικών συστατικών.
Η αυξανόμενη ζήτηση για κρέας και άλλα προϊόντα της βιομηχανίας κρέατος σημαίνει ότι η κτηνοτροφία έχει γίνει τεράστια. Ο παγκόσμιος πληθυσμός κοτόπουλων υπολογίζεται σε 21 δις, των βοειδών σε 1,4 δις, των προβάτων σε 1,1 δις και των χοίρων σε 1 δις. Σημαντική ποσότητα καλλιεργειών δεν κατευθύνονται προς την παραγωγή τροφίμων αλλά για ζωοτροφές, οδηγώντας (και) σε περαιτέρω αποψίλωση δασών. Τα σιτηρά που χρησιμοποιούνται για τη βιομηχανία κρέατος θα μπορούσαν να θρέψουν 3 δις ανθρώπους.
Αυτή η ζήτηση δεν ήταν αποτέλεσμα των «διατροφικών επιλογών» μας. Η καλλιέργεια σιτηρών για ζωοτροφές βοοειδών ήταν τόσο κερδοφόρα που από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 υπήρξε μια συντονισμένη προσπάθεια ενθάρρυνσης για μεγαλύτερη κατανάλωση βοδινού κρέατος: «η κατανάλωση βοδινού κρέατος ήταν τόσο κερδοφόρα που ήταν προς το συμφέρον των εταιρειών να διασφαλίσουν ότι η κατανάλωση στις ΗΠΑ παρέμενε υψηλή. Οι καταναλωτές μπορεί να ένιωθαν ότι έκαναν ελεύθερη επιλογή να τρώνε χάμπουργκερ, αλλά στην πραγματικότητα υπήρχε μια συντονισμένη προσπάθεια να ενθαρρυνθούν να το κάνουν».8 Κάθε χρόνο θανατώνονται 80 δις ζώα. Το 1961 παρήχθησαν 71 εκατομμύρια τόνοι κρέατος, ενώ το 2018 παρήχθησαν 340 εκατομμύρια.
Η βιομηχανική παραγωγή κρέατος έχει αναπτύξει το ιδιαίτερα κερδοφόρο σύστημα των σταβλισμένων ζώων, όπου τα ζώα περνούν όλη τους τη ζωή κλεισμένα είτε σε εσωτερικούς χώρους είτε σε μικρούς εξωτερικούς χώρους.
Η «ενσταβλισμένη» κτηνοτροφία, που είναι κατευθυνόμενη από τις γενετικές επιλογές των πολυεθνικών τροφίμων, που καθορίζουν τις νόρμες παραγωγικότητας, αναπτύσσεται πάνω στη βάση της παραβίασης των «φυσικών ορίων» και «φυσικών νόμων της ζωής» και ευθύνεται (και) για την ανάπτυξη φονικών πανδημιών.
Όπως εξηγεί ο Wallace, η βιομηχανία κρέατος: «κατασκευάζει εργοστασιακές φάρμες με σχεδόν γενετικά πανομοιότυπα ζώα για να θρέψει τους αστικούς πληθυσμούς. Αυτός είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να επιλέξετε τα χειρότερα παθογόνα… Όταν βάζετε 15.000 σχεδόν γενετικά πανομοιότυπες γαλοπούλες σε ένα στάβλο, αφαιρείτε όλες τις ανοσολογικές ζώνες που είναι απαραίτητες για να εμποδίσετε την εξάπλωση των παθογόνων. Η άλλη πρακτική στη φάρμα του εργοστασίου που επιδεινώνει το πρόβλημα είναι ότι δεν επιτρέπεται στα ζώα να αναπαράγονται επιτόπου. Η βιομηχανία αναπαράγεται προωθώντας μορφομετρικά χαρακτηριστικά όπως ταχύτερη ανάπτυξη στους χοίρους και μεγαλύτερο στήθος σε κοτόπουλα και γαλοπούλες. Όλα αυτά γίνονται από εταιρείες αναπαραγωγής... και μακριά από τη φάρμα. Αυτή η αναπαραγωγή ομογενοποιεί τους πληθυσμούς και τους καθιστά λιγότερο ανθεκτικούς στους ιούς. Αλλά επίσης εμποδίζει τους πληθυσμούς των ζώων να ανταποκρίνονται σε μια κυκλοφορούσα ασθένεια σε πραγματικό χρόνο…αντί στη φυσική επιλογή, οι αγροτικές επιχειρήσεις στηρίζονται περισσότερο σε παρεμβάσεις όπως τα εμβόλια και τα αντιβιοτικά που συχνά δεν λειτουργούν κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας. Αυτά τα προσοδοφόρα εμπορεύματα εξηγούν την αλληλεπικάλυψη και τη συνεχή συγχώνευση μεταξύ αγροτικών επιχειρήσεων, φαρμακευτικών εταιρειών και χημικών εταιρειών».9
Ένα γαλακτοπαραγωγικό κοπάδι 100 αγελάδων μπορεί να παράγει τόσα λύματα όσο μια πόλη 5.000 κατοίκων. Στο παρελθόν, η κοπριά διασκορπιζόταν στα χωράφια ως λίπασμα, αλλά η βιομηχανική κτηνοτροφία παράγει τόσο τεράστιες ποσότητες κοπριάς που δεν είναι δυνατόν να διασκορπιστεί στο έδαφος. Ένα μέρος αποθηκεύεται σε τεράστιες λίμνες που μολύνουν τα υπόγεια ύδατα και εκπέμπουν αέρια στον αέρα.
Η βιομηχανοποιημένη γεωργία και κτηνοτροφία ευθύνεται για το 43 - 57% όλων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, σύμφωνα με την Επισκόπηση Εμπορίου και Περιβάλλοντος του 2013 της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών.
Ταυτόχρονα, η κλιματική κρίση απειλεί άμεσα την παραγωγή τροφίμων μέσω της αύξησης της θερμοκρασίας, που μειώνει τις αποδόσεις βασικών καλλιεργειών (σιτάρι, ρύζι, καλαμπόκι), των «ακραίων καιρικών φαινομένων» (ξηρασίες, καύσωνες, πλημμύρες και καταιγίδες) που καταστρέφουν σοδειές, των αλλαγών στα πρότυπα βροχοπτώσεων και διαθεσιμότητας νερού και της εξάπλωσης παρασίτων και ασθενειών σε νέα γεωγραφικά πλάτη. Τα ψάρια και τα οστρακοειδή είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στις μεταβολές της θερμοκρασίας και την αυξανόμενη οξίνιση των θαλασσών και ωκεανών.
Στη «ζώνη του καλαμποκιού» των ΗΠΑ
Η περιγραφή του Timothy Wise, για τη πολιτεία της Αϊόβα, προσφέρει μια ξεκάθαρη εικόνα της σύγχρονης γεωργίας και κτηνοτροφίας στον καπιταλισμό:
«Το καλαμπόκι και η σόγια κυριαρχούν στο απέραντο τοπίο. Δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου άνθρωποι ή αγρότες, καθώς οι μικρές οικογενειακές φάρμες έχουν εξαφανιστεί και έχουν αντικατασταθεί από τεράστιες ιδιοκτησίες. Σχεδόν όλο το καλαμπόκι και η σόγια είναι γενετικά τροποποιημένα, οδηγώντας σε τεράστια αύξηση της χρήσης ζιζανιοκτόνων, ειδικά του Roundup, που παράγεται από τη Monsanto. Τα γενετικά τροποποιημένα φυτά σχεδιάστηκαν για να αντέχουν τις μαζικές ψεκαστικές εφαρμογές, διαφημίστηκαν ως Roundup Ready, δηλαδή ανθεκτικά στο Roundup, μειώνοντας έτσι την ανάγκη για ξεβοτάνισμα. Το Roundup είναι το πιο διαδεδομένο γεωργικό χημικό στην ιστορία. Αντιμετωπίζει τώρα σειρά αγωγών καθώς θεωρείται ότι συνδέεται με καρκίνο στους ανθρώπους.
Το μεγαλύτερο μέρος του καλαμποκιού και της σόγιας που καλλιεργείται στην Αϊόβα δεν χρησιμοποιείται καν για ανθρώπινη διατροφή, ένα συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό προορίζεται για ζωοτροφές και βιοκαύσιμα. Στην Αϊόβα υπάρχουν 8.000 φάρμες χοίρων με πάνω από 20 εκατομμύρια γουρούνια, που καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες καλαμποκιού. Επιπλέον, υπάρχουν πάνω από 40 εργοστάσια αιθανόλης όπου το υπόλοιπο καλαμπόκι μετατρέπεται σε βιοκαύσιμο. Το αποτέλεσμα είναι μαζική διάβρωση του εδάφους. Η Αϊόβα έχει χάσει το 50% του ανώτερου στρώματος του εδάφους της και το 50% της οργανικής του περιεκτικότητας. Τα ζωικά περιττώματα και τα λιπάσματα καταλήγουν στους ποταμούς, προκαλώντας σοβαρή ρύπανση. Η κυβέρνηση της πολιτείας κατασκεύασε το μεγαλύτερο εργοστάσιο επεξεργασίας νερού στον κόσμο, προσπαθώντας να προστατέψει το πόσιμο νερό από νιτρικά, E-coli και ιζήματα γεμάτα κάλιο που φτάνουν στην υδροδότηση. Όμως τα προβλήματα δεν μένουν μόνο στην Αϊόβα. Όλο αυτό το λίπασμα και τα περιττώματα καταλήγουν στον ποταμό Μισισιπή και εκβάλλουν στον Κόλπο του Μεξικού, δημιουργώντας μια νεκρή ζώνη 8.000 τετραγωνικών μιλίων, όπου όλη η θαλάσσια ζωή πεθαίνει από ασφυξία».10 Η Αϊόβα είναι μόνο ένα παράδειγμα από αυτά που οι πολυεθνικές τροφίμων θέλουν να εφαρμόσουν παγκοσμίως.
«Μεταβολικό ρήγμα» στην «ανταλλαγή μεταξύ ανθρωπότητας και φύσης»
Οι κριτικές για την ανάπτυξη της γεωργίας στον καπιταλισμό ξεκίνησαν από επιστήμονες, όπως ο Λήμπιχ και από επαναστάτες όπως ο Μαρξ και ο Ένγκελς.11
Για τους μαρξιστές, η ανθρώπινη κοινωνία είναι αδιαχώριστη από τον φυσικό κόσμο: «Δεν κυριαρχούμε επί της φύσης σαν κατακτητές απέναντι σε έναν ξένο λαό ή σαν κάτι έξω από τη φύση – αλλά είμαστε, με τη σάρκα, το αίμα και το μυαλό μας, μέρος της φύσης και υπάρχουμε μέσα σε αυτήν».12
Ο μαρξισμός θέτει τη διαλεκτική σχέση μεταξύ ανθρώπων και φύσης στην καρδιά της ιστορίας. Κάθε νέα κοινωνία έφερνε ξεχωριστές δυνάμεις που διαμορφώνουν το περιβάλλον και επακόλουθα σύνολα βιοποικιλότητας που συνδυάζονται ή εκτοπίζουν προηγούμενα. Αυτό ισχύει, ιδιαίτερα, για τη γεωργία που ξεκίνησε όταν οι άνθρωποι «εξημέρωσαν» φυτά και ζώα πριν από 10.000–12.000 χρόνια.
Για χιλιάδες χρόνια, η μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων είχε άμεση σχέση και αλληλεπίδραση με τη γη και την τροφή τους. Γνώριζαν ότι η προσθήκη επιπλέον θρεπτικών ουσιών, όπως η κοπριά ζώων, στο έδαφος μπορούσε να αυξήσει τις αποδόσεις, είχαν μάθει τη σημασία της εναλλαγής καλλιεργειών στο ίδιο χωράφι κατά τη διάρκεια διαφορετικών εποχών. Ταυτόχρονα, προκάλεσαν μεγάλη ποικιλία περιβαλλοντικών αλλαγών: αποψίλωση δασών, αλλαγές στα υδάτινα ρεύματα για άρδευση, επιλεκτική αναπαραγωγή φυτών και ζώων.13
Οι άνθρωποι πάντα επηρέαζαν το περιβάλλον αλλά αυτό έχει αλλάξει ριζικά στον καπιταλισμό. O καπιταλισμός κατέστρεψε τη φυσική σχέση των ανθρώπων με τη γη και την πηγή της τροφής τους.
Ο Λήμπιχ μελέτησε ότι η προσπάθεια των αγροτών να μεγιστοποιήσουν την παραγωγή και να αυξήσουν τα κέρδη τους οδηγούσε σε αύξηση των καλλιεργειών από το έδαφος, αλλά χωρίς να αντικαθίστανται πλήρως τα θρεπτικά συστατικά. Ήταν η κινητήρια δύναμη των δίδυμων κρίσεων της αστικής ρύπανσης και της υποβάθμισης του εδάφους. Ο Μαρξ βασίστηκε σε αυτή την ανάλυση, υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα παραγωγής που αντιμετωπίζει (και) τον φυσικό κόσμο μόνο ως μέρος της ίδιας της παραγωγικής διαδικασίας, ως πηγή πρώτων υλών ή ενέργειας ή ως χώρο απόρριψης των αποβλήτων αυτής της παραγωγικής διαδικασίας. Αυτό δημιούργησε ένα «μεταβολικό ρήγμα» στην «ανταλλαγή μεταξύ ανθρωπότητας και φύσης».14 15
Στη Βρετανία, οι «νόμοι περί περίφραξης», από το 1604 και μετά, περιέφραξαν τη μέχρι τότε κοινή γη, που χρησιμοποιούταν συλλογικά και η πλειοψηφία των ανθρώπων εξαναγκάστηκαν να μετακινηθούν στις πόλεις, για να δουλέψουν στα νέα εργοστάσια και υφαντουργεία. Έτσι, και τα θρεπτικά συστατικά του εδάφους, με τη μορφή της τροφής, έπρεπε να μεταφέρονται εκεί όπου ζούσαν οι εργάτες. Όμως, αυτά τα θρεπτικά συστατικά δεν επέστρεφαν ποτέ στη γη από την οποία προήλθαν. Αντίθετα, απορρίπτονταν ως απόβλητα σε ποτάμια και θάλασσες.
Στο «Κεφαλαίο», ο Μαρξ γράφει: «Η μεγάλη έγγεια ιδιοκτησία περιορίζει τον γεωργικό πληθυσμό στο ελάχιστο, σε έναν αριθμό που μειώνεται διαρκώς απέναντι σε ένα ολοένα αυξανόμενο βιομηχανικό πληθυσμό, συγκεντρωμένο στις μεγάλες πόλεις. Έτσι, δημιουργεί ένα ανεπανόρθωτο κενό στη σύνθετη ισορροπία του κοινωνικού μεταβολισμού, ο οποίος συναποτελείται από τους φυσικούς νόμους της ζωής. Επακολουθεί κατασπατάληση των δυνάμεων του εδάφους, μια κατασπατάληση που το εμπόριο μεταφέρει πολύ πιο μακριά από τα σύνορα της παραγωγού χώρας... Η μεγάλη βιομηχανία και η μεγάλη, βιομηχανικού τύπου γεωργία ενεργούν με τον ίδιο τρόπο. Αν και αρχικά διαφοροποιούνται, επειδή η πρώτη αφανίζει και καταστρέφει κυρίως την εργατική δύναμη, δηλαδή τη φυσική δύναμη του ανθρώπου, ενώ η δεύτερη πιο άμεσα τη φυσική δύναμη της γης, τελικά συναντώνται: το βιομηχανικό σύστημα στην ύπαιθρο καταλήγει και αυτό να εξουθενώνει τους εργάτες γης ενώ, από την πλευρά τους, η βιομηχανία και το εμπόριο προσφέρουν στη γεωργία τα μέσα για να εκμεταλλευτεί τη γη».
Ο Μαρξ, βασισμένος στις επίσημες μελέτες του Συμβουλίου Υγείας, που έδειχναν ότι η διατροφή της εργατικής τάξης κυριαρχούταν από ψωμί, πατάτες και τσάι, έγραφε ότι η διατροφή της ήταν «κάτω από το ελάχιστο που απαιτείται για να αποφευχθούν ασθένειες λιμοκτονίας» και θεωρούσε ότι (και) η νοθεία στα τρόφιμα ήταν ταξικό ζήτημα. Το «ψωμί των φτωχών» διέφερε από αυτό των πλουσίων. Οι πλούσιοι έτρωγαν λευκά ψωμιά, η μεσαία τάξη ψωμί «οικιακής χρήσης» και οι φτωχοί ένα καφέ ψωμί, γεμάτο απόβλητα, που το σκοτεινό χρώμα του μπορούσε εύκολα να καλύψει τοξικά πρόσθετα.
Ο Μαρξ, επίσης, ανέλυσε και το παγκόσμιο σύστημα διατροφής που αναδυόταν τον 19ο αιώνα και βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στη δουλεία, και ιδιαίτερα στη «δουλοκτητική γεωργία» στις αποικίες. Έβλεπε τη δουλεία όχι ως «αναχρονισμό» αλλά ως οργανικό μέρος του καπιταλισμού. Από την Αφρική, σκλάβοι μεταφέρονταν στην Αμερική όπου εργάζονταν σε φυτείες για να παράγουν ζάχαρη, καφέ, κακάο και άλλα εμπορεύματα και αυτά τα εμπορεύματα στέλνονταν στην Ευρώπη και από την Ευρώπη, εμπορεύματα και όπλα πήγαιναν στην Αφρική για να αγοράσουν νέους σκλάβους. Αυτό το καθεστώς επέτρεψε τη δημιουργία τεράστιου πλούτου που χρηματοδότησε τη βιομηχανική επανάσταση. Ο Μαρξ, έγραφε: «Χωρίς τη δουλεία, δεν υπάρχει βαμβάκι· χωρίς βαμβάκι, δεν υπάρχει σύγχρονη βιομηχανία. Η δουλεία έδωσε στην αγγλοαμερικανική αποικία τη δυναμική ανάπτυξής της και, χωρίς τη δουλεία, οι αποικίες αυτές δεν θα ήταν καπιταλιστικές… το κεφάλαιο ήρθε στον κόσμο στάζοντας αίμα και λάσπη, από κάθε πόρο του».
Το παγκόσμιο σύστημα τροφίμων που γνωρίζουμε σήμερα, βασισμένο σε τεράστιες μεταφορές πρώτων υλών και εφοδιαστικές αλυσίδες, χτίστηκε πάνω σε αυτή τη θεμελιώδη αρχιτεκτονική της εκμετάλλευσης.
Ο αγώνας για μια βιώσιμη γεωργία και κτηνοτροφία
Σημαίνει αμφισβήτηση των προτεραιοτήτων του παγκόσμιου συστήματος τροφίμων, των συμφερόντων των μεγάλων γεωργικών επιχειρήσεων και διεθνών οργανισμών, από την ΕΕ μέχρι την Παγκόσμια Τράπεζα, και των κυβερνήσεων.
Απαιτεί κοινούς πολιτικούς και οικονομικούς αγώνες από την εργατική τάξη και την αγροτιά, σαν αυτούς που είδαμε τον Γενάρη του 2024 σε όλη την Ευρώπη.16
Αυτοί οι αγώνες έχουν διαμορφώσει ένα «Μεταβατικό Πρόγραμμα Πάλης» που ξεκινάει από την ενίσχυση των μικρών αγροτών και καταλήγει σε φθηνά ποιοτικά υγιεινά τρόφιμα προσβάσιμα σε όλες και όλους. Με τη κρατικοποίηση και εργατικό έλεγχο ολόκληρης της αγροτοβιομηχανικής αλυσίδας, «από το χωράφι μέχρι το πιάτο», με κέντρο τις ανάγκες μας και όχι το κέρδος.17
«Αυτή η πολιτική πρέπει να λάβει τέλος! Αυτή η κυβέρνηση πρέπει να πέσει με αγώνες. Παλεύουμε για την ανατροπή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, σε σύγκρουση με την πολιτική της Ε.Ε, κατάργηση των επιδοτήσεων στους βιομηχάνους-μεγαλοαγρότες, επιχειρηματίες-μεγαλέμπορους, ενίσχυση των μικρο-μεσαίων παραγωγών, στους εργατοαγρότες, με κριτήριο την παραγωγή. Αγροτική παραγωγή με κριτήριο την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του λαού μας και όχι το κέρδος των επιχειρηματικών συμφερόντων. Ζητάμε άμεσα να επιστραφούν τα κλεμμένα. Άμεσος επανυπολογισμός και αναδρομική καταβολή επιδοτήσεων για τα έτη 2019-2022 ειδικά στους κτηνοτρόφους. Να εξοφληθούν αναδρομικά οι αγρότες που πληρώθηκαν κάτω των «ορίων» για τα έτη 2023 και 2024. Όχι στη κατάργηση του ΟΠΕΚΕΠΕ. Πλήρης διαφάνεια με δημόσιο έλεγχο στη διανομή των επιδοτήσεων. Όχι στη συγκάλυψη της κλοπής μέσω του περάσματος του ΟΠΕΚΕΠΕ στο Υπουργείο Οικονομικών. Να καταδικαστούν και να πληρώσουν οι ένοχοι. Άμεσες προσλήψεις επιστημονικού προσωπικού, ενίσχυση του οργανισμού, αυξήσεις στους μισθούς, βελτίωση των συνθηκών για τους εργαζόμενους».18
Ο καπιταλισμός έχει μια μη βιώσιμη σχέση με τον φυσικό κόσμο επειδή η φύση είναι ενσωματωμένη στην καπιταλιστική παραγωγή. Το γεγονός ότι εκατομμύρια πεινούν σε ένα σύστημα αφθονίας αποτελεί απόδειξη της χρεοκοπίας του.
Η συζήτηση για την εναλλακτική, για μία ορθολογική οργάνωση μίας βιώσιμης γεωργίας που, ταυτόχρονα, θα ικανοποιεί τις διατροφικές ανάγκες όλου του (αυξανόμενου) παγκόσμιου πληθυσμού είναι αναγκαία και επείγουσα παρά ποτέ. Αυτό σημαίνει επαναστατικές αλλαγές στο παραγωγικό σύστημα, για τον μετασχηματισμό της γεωργίας.
Η «τοπικοποιημένη» γεωργία, όπως ασκείται, ακόμα και σήμερα, από εκατομμύρια «μικροαγρότες» είναι, σίγουρα, πιο βιώσιμη και πιο αποτελεσματική για την υγιεινή και καλή διατροφή, με μικρότερο αντίκτυπο στο περιβάλλον, χαμηλότερη χρήση ορυκτών καυσίμων, προώθηση και προστασία της βιοποικιλότητας και μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στη κλιματική αλλαγή.
Οποιοδήποτε ορθολογικό σύστημα παραγωγής τροφίμων σίγουρα θα οδηγούσε σε υψηλότερα επίπεδα «τοπικοποιημένης» παραγωγής, σίγουρα σε μεγαλύτερη ποικιλομορφία στα τρόφιμα που καταναλώνουμε και σίγουρα όχι σε έναν κόσμο στον οποίο εκατομμύρια άνθρωποι λιμοκτονούν ή αρρωσταίνουν από την κακή ποιότητα των παραγόμενων τροφίμων ενώ τα τρόφιμα αφήνονται να σαπίσουν.
Συνεταιριστικότητα
Μία ορθολογική οργάνωση στην παραγωγή τροφίμων απαιτεί την ανατροπή του καπιταλισμού. Για να ανοίξει ο δρόμος για μια γεωργία που να βασίζεται στην «συνεταιριστικότητα», δηλαδή, στο συλλογικό έλεγχο της γης, της παραγωγής, της διανομής και της έρευνας και με την απρόσκοπτη εκμετάλλευση όλων των τεχνολογικών επιτευγμάτων, χωρίς να καταστρέφεται το περιβάλλον.
Το πλεονέκτημα της μαρξιστικής θεωρίας που βασίζεται στο «μεταβολικό ρήγμα» είναι ότι εξηγεί γιατί η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος είναι εγγενώς συνδεδεμένη με την αλλοτρίωση και την εκμετάλλευση των εργαζομένων. Σε μια σοσιαλιστική κοινωνία όπου οι άνθρωποι αποκτούν τον έλεγχο της δικής τους εργατικής δύναμης, τον έλεγχο πάνω στην κοινωνία και στην οικονομία θα μπορούμε να ελπίζουμε (και) στην ανάπτυξη μιας βιώσιμης σχέσης με την υπόλοιπη βιόσφαιρα. Αυτό σήμερα είναι αναγκαίο και επείγον.19
19. Αυτό το άρθρο είναι αφιερωμένο στη μνήμη και το έργο του Ευτύχη Μπιτσάκη: «Ο σοσιαλισμός δεν θα πρέπει να είναι απλώς μια ριζική αλλαγή των σχέσεων ιδιοκτησίας και των συνακολούθως σχέσεων παραγωγής. Για να γίνει βιώσιμη η ανθρωπότητα και αξιοβίωτη η ζωή, χρειάζεται επιπλέον, μια ριζική αλλαγή του μεταβολισμού του ανθρώπου με το ανόργανο σώμα του (τη Γη) και των ανθρώπινων σχέσεων». Από το βιβλίο του «Ανθρώπινη φύση: Για τον κομμουνισμό του πεπερασμένου», εκδόσεις «Τόπος».
Σημειώσεις
1. Τα στοιχεία γι’ αυτό το άρθρο προήλθαν από:
Amy Leather, «Capitalism & the politics of food», https://socialistworker.co.uk/wp-content/uploads/2021/11/politics-of-food-pamphlet.pdf
John Bellamy Foster, «Marx’s ecology in historical perspective», ISJ, 96, https://www.marxists.org/history/etol/newspape/isj2/2002/isj2-096/foster.htm
Carlo Morelli, «The politics of food», ISJ, 101, http://isj.org.uk/the-politics-of-food
Henry Bernstein, «Agriculture, class and capitalism», ISJ, 138, http://isj.org.uk/interview-agriculture-class-and-capitalism
Martin Empson, «Food, agriculture and climate change», ISJ, 152, http://isj.org.uk/food-agriculture-and-climate-change
Ian Rappel, «The habitable Earth: biodiversity, society and rewilding», ISJ, 170, http://isj.org.uk/the-habitable-earth
Carlo Morelli, «Behind the world food crisis», ISJ, 119, http://isj.org.uk/behind-the-world-food-crisis
Δημήτρης Δεσύλλας, «Το σύγχρονο διατροφικό-αγροτικό ζήτημα», https://prin.gr/2022/07/diatrofiko-agrotiko
2. Η Oxfam δημιούργησε ένα γράφημα που δείχνει πώς10 από τις πιο ισχυρές εταιρείες τροφίμων και ποτών στον κόσμο (Coca – Cola, Pepsi Co, Unilever, Danone, Marsh, Mondelez, Kellogg, General Mills, Nestle, και Associated British Foods) ελέγχουν σχεδόν όλα όσα αγοράζουμε από το σουπερμάρκετ. Δες και την έρευνα της Harley Peterson στο Business Insider: «10 Companies That Control Almost Everything We Eat», https://www.businessinsider.com/10-companies-that-control-what-we-buy-2014-12
3. Αυτή η κυριαρχία μπορεί να συνοψιστεί από την Cargill Inc. «Είμαστε το αλεύρι στο ψωμί σας», λέει ένα από τα εταιρικά φυλλάδια της Cargill, «το σιτάρι στα noodles σας, το αλάτι στις τηγανητές πατάτες σας. Είμαστε το καλαμπόκι στις τορτίγιες σας, η σοκολάτα στο επιδόρπιό σας, το γλυκαντικό στο αναψυκτικό σας. Είμαστε το λάδι στη σάλτσα σαλάτας σας και το μοσχάρι, το χοιρινό ή το κοτόπουλο που τρώτε για δείπνο. Είμαστε το βαμβάκι στα ρούχα σας, το υπόστρωμα στο χαλί σας και το λίπασμα στο χωράφι σας». Στα 155 χρόνια της, η Cargill έχει ενσωματωθεί σχεδόν σε κάθε πτυχή της παγκόσμιας αγροτικής βιομηχανίας, μεταμορφώνοντας τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι παράγουν και καταναλώνουν τρόφιμα. Έχει μετατρέψει τους ιδιοκτήτες της σε δισεκατομμυριούχους και η άνοδός της έχει συνδεθεί σε μια σειρά σκανδάλων, θανατηφόρων τροφικών δηλητηριάσεων, αποψίλωσης δασών, γεωργικής ρύπανσης και παιδικής δουλείας. Δες «Cargill: η εταιρεία που θρέφει τον κόσμο βοηθώντας στην καταστροφή του πλανήτη», https://unearthed.greenpeace.org/2020/11/25/cargill-deforestation-agriculture-history-pollution
4. Δες Έρευνα της Lighthouse Reports: «Οι κερδοσκόποι της πείνας», https://www.lighthousereports.com/investigation/the-hunger-profiteers
5. Δες έρευνα του Economic Policy Institute: «Τα εταιρικά κέρδη έχουν συμβάλει δυσανάλογα στον πληθωρισμό», https://www.epi.org/blog/corporate-profits-have-contributed-disproportionately-to-inflation-how-should-policymakers-respond
6. Όπως είχε δηλώσει, το 1985, ο τότε υπουργός Γεωργίας των ΗΠΑ John Rusling Block.
7. World Development Report 2008: «Agriculture for Development», https://openknowledge.worldbank.org/entities/publication/ba969388-b5eb-5155-b8f2-6d323a6e5a52
8. Elaine Graham-Leigh, «A Diet of Austerity: Class, Food and Climate Change».
9. Rob Wallace, «Big Farms Make Big Flu: Dispatches on Influenza, Agribusiness, and the Nature of Science», https://www.jstor.org/stable/j.ctt1b3h9f3. Επιπλέον, Mike Davis, «Ήρθε το τέρας», Εκδόσεις του Εικοστού πρώτου, το συλλογικό, «Πανδημία, Κλιματική αλλαγή - Ενάντια στον καπιταλισμό της καταστροφής», Εκδόσεις Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο και Γιώργος Παπαλεξίου, Γιώργος Οικονομάκης, «Πανδημίες και καπιταλισμός: Μια θεώρηση με αφορμή την πανδημία COVID-19», περιοδικό Θέσεις, 160, http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&view=article&id=1709:papoiko160&catid=187&Itemid=113
10. Timothy Wise, «Eating Tomorrow: Agribusiness, Family Farmers and the Battle for the Future of Food».
11. Ο Μαρξ δημοσίευσε σχετικά λίγα κατά τη διάρκεια της ζωής του για περιβαλλοντικά ζητήματα. Τα περισσότερα ήταν σε αδημοσίευτες σημειώσεις του. Από τις αρχές του αιώνα, συγγραφείς όπως ο John Bellamy Foster, ο Paul Burkett και ο Kohei Saito έγραψαν πολλά βιβλία και άρθρα για να τονίσουν την συμβολή του Μαρξ (και) σε αυτό το πεδίο.
12. Φ. Ένγκελς, «Η διαλεκτική της φύσης», Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή.
13. Για παράδειγμα, ο κόσμος της «κλασικής αρχαιότητας», οι ελληνιστικές και ρωμαϊκές κοινωνίες, που κυριάρχησαν από το 700 π.Χ. έως τον 7ο αιώνα μ.Χ., τροποποίησε σημαντικά τη βιογεωγραφία ολόκληρης της λεκάνης της Μεσογείου. Στο δοκίμιο του Κικέρωνα του 43 μ.Χ. «De Natura Deorum» («Η Φύση των Θεών») υπάρχει μια σύντομη παράγραφος που περιγράφει την τότε ανθρώπινη παρέμβαση στους οικοτόπους της Μεσογείου: «Απολαμβάνουμε τους καρπούς των πεδιάδων και των βουνών. Τα δάση, τα ποτάμια και οι λίμνες είναι δικά μας. Σπέρνουμε καλαμπόκι, φυτεύουμε δέντρα, λιπάνουμε το έδαφος με άρδευση, περιορίζουμε τα ποτάμια και ισιώνουμε ή εκτρέπουμε την πορεία τους. Με λίγα λόγια, με τα χέρια μας προσπαθούμε να δημιουργήσουμε, ας πούμε, έναν δεύτερο κόσμο μέσα στον κόσμο της φύσης».
14. Για τη ιδιαίτερη συμβολή του Foster στην ανάπτυξη της κατανόησης της περιβαλλοντικής καταστροφής με βάση τα σχόλια του Μαρξ για τον «μεταβολισμό» στο «Κεφάλαιο», δες το John Bellamy Foster, «Marx’s Ecology: Materialism and Nature», εδώ σε pdf: https://ia904504.us.archive.org/9/items/526394/John%20Bellamy%20Foster.%20Marx%27s%20Ecology..pdf
15. Ο Saito υποστηρίζει ότι η κατανόηση του «μεταβολισμού» από τον Μαρξ θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως αναπόσπαστο κομμάτι της κατανόησης του καπιταλισμού και ως άμεσα σχετιζόμενη με τη «θεωρία της αξίας». Δες το βιβλίο του («Karl Marx’s Ecosocialism: Capital, Nature and the Unfinished Critique of Political Economy») σε pdf εδώ: https://marxismo21.org/wp-content/uploads/2021/02/Kohei-Saito-2017-Karl-Marxu2019s-Ecosocialism_-Capital.pdf
16. Γιώργος Ράγκος, Γιώργος Πίττας: «Αγρότες: Αγώνας πανευρωπαϊκός», Εργατική Αλληλεγγύη, No 1607, https://ergatiki.gr/article.php?id=28523
17. https://antarsya.gr/node/6627
18. https://antarsya.gr/node/7019
